Του Δημήτρη Χρυσόπουλου, Φιλόλογου – Ιστορικού
Νέα δεδομένα και προβληματισμοί
Οι φετινές Πανελλαδικές εξετάσεις έφτασαν στο τέλος τους, αποτελώντας μάλιστα το κύκνειο άσμα για το εκπαιδευτικό σύστημα που ίσχυε μέχρι σήμερα. Πλέον ανοίγεται μία νέα σελίδα, η οποία είναι γεμάτη αλλαγές που σίγουρα έρχονται να διαφοροποιήσουν τόσο τον τρόπο διδασκαλίας όσο και την ύλη των μαθημάτων. Η αρχή έγινε με την κατάργηση των Λατινικών από εξεταζόμενο πανελλαδικώς μάθημακαι την αντικατάστασή τους με την Κοινωνιολογία, ενώ την ίδια ώρα έρχεται πλέον στη ζωή μας η συνεξέταση στο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας, (που θα μας απασχολήσει -ξανά- στο παρόν άρθρο ως προς τα προβλήματα που δημιουργεί αλλά και τους νέους ορίζοντες που ανοίγει αφού απομακρύνεται από τον παραδοσιακό τρόπο εξέτασης).
Αρχικά πρέπει να τονιστεί ότι το διδακτικό αντικείμενο της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας αποτελεί αναμφίβολα, τα τελευταία κυρίως χρόνια, κέντρο του εκπαιδευτικού ενδιαφέροντος για τους φιλολόγους καθώς, οι συνεχείς αλλαγές και προσαρμογές του αναλυτικού προγράμματος στα νέα δεδομένα καθιστούν πρόκληση τη διδακτική προσέγγιση και την εξέταση των μαθητών. Η συνεξέταση της έκθεσης και της λογοτεχνίας στο πλαίσιο αυτό, ανοίγει νέους ορίζοντες για τον εκπαιδευτικό, καθώς πρέπει αφενός, να κάνει τους μαθητές να αγαπήσουν τη λογοτεχνία και αφετέρου να προσαρμοστούν στα δεδομένα της συνεξέτασης.
Άπαντες, λοιπόν, θαρρώ ξεκίνησαν την προετοιμασία τους για προσαρμογή στα νέα δεδομένα μελετώντας τόσο τον φάκελο υλικού, όσο φυσικά και τα ενδεικτικά κριτήρια αξιολόγησης του μαθήματος με βάση το νέο εξεταστικό σύστημα που έδωσε στη δημοσιότητα το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής. Ξεκινώντας από τον φάκελο μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι περιλαμβάνει μία επιλογή λογοτεχνικών κειμένων, ενδεικτικά κριτήρια σύμφωνα με την πρόταση του ΙΕΠ που δεν ξέρουμε αν θα ισχύσει και ένα μικρό γλωσσάρι. Σχετικά με τα τρία αυτά μέρη θα μπορούσαμε να παρατηρήσουμε ότι τα κείμενα είναι απλώς μία λίγο πολύ τυχαία επιλογή και θα μπορούσαν άνετα να είναι άλλα στη θέση τους. Επιπλέον τα κριτήρια που προτείνονται και η πρόταση στην οποία βασίζονται ουσιαστικά «ακυρώνουν» το μάθημα της λογοτεχνίας, ενώ οι ερωτήσεις που προτείνονται απέχουν αρκετά σε σχέση με τις πανελλαδικές εξετάσεις. Τέλος το γλωσσάρι περισσότερο σύγχυση προκαλεί, αφού οι όροι αναλύονται πληρέστερα στο λεξικό λογοτεχνικών όρων, το οποίο κυκλοφορεί εδώ και χρόνια και περιλαμβάνεται στην ύλη.
Παράλληλα ένα ακόμη ζήτημα που πρέπει να μας απασχολήσει είναι ότι ο τρόπος αξιολόγησης του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ)βρίσκεται σε εντελώς διαφορετικό πνεύμα από αυτό που περιμέναμε καθώς εισηγείται μία άλλη λογική, που αν μη τι άλλο απαιτεί μακροχρόνια προετοιμασία πρωτίστως των εκπαιδευτικών και μετά των μαθητών. Ο νέος αυτός τρόπος αξιολόγησης θα ήταν σίγουρα καλύτερο να εφαρμοστεί σε πανελλαδικές εξετάσεις στους μαθητές που φοίτησαν φέτος στην Α’ Λυκείου και ήδη ήρθαν σε μια πρώτη επαφή μαζί του, προκειμένου να εξοικειωθούμε όλοι πλήρως με αυτόν. Είναι πολύ βιαστικό και επιπόλαιο να εφαρμοστεί φέτος στη Γ’ λυκείου, την ώρα που υπάρχουν αρκετές ασάφειες τόσο ως προς το περιεχόμενο όσο και ως προς τον τρόπο διδασκαλίας του μαθήματος.
Σε κάθε περίπτωση αποτελεί κοινή διαπίστωση ότι έχουμε να κάνουμε με ιδιαίτερα απαιτητικά κριτήρια τα οποία προϋποθέτουν ότι έχουμε πρώτα δουλέψει βαθιά το κάθε αντικείμενο χωριστά. Το λογικό σε κάθε περίπτωση θα ήταν αυτό να έχει συμβεί στις δύο προηγούμενες τάξεις και στη συνέχεια να προχωρήσουμε στο μοντέλο αυτό της συνεξέτασης με σταθερά βήματα και όχι άλματα τα οποία-μακάρι να διαψευστώ-πιθανότατα θα δημιουργήσουν πολλά και σημαντικά προβλήματα σε μαθητές και εκπαιδευτικούς.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν έπρεπε να γίνουν αλλαγές στο εκπαιδευτικό σύστημα, πόσο μάλλον σε μαθήματα που σε μεγάλο βαθμό διδάσκονται τα τελευταία χρόνια με την ίδια ύλη και τα ίδια βιβλία. Απλά κάθε αλλαγή χρειάζεται χρόνο, ένα στάδιο προσαρμογής, και αυτό το στάδιο δυστυχώς δεν θα το περάσουν οι μαθητές της νέας Γ’ Λυκείου καθώς θα κληθούν να κολυμπήσουν κατευθείαν στα βαθιά.
Πρέπει όμως να καταφέρουν να φτάσουν στο τέλος της διαδρομής δίχως να «πνιγούν», και οι μόνοι σύμμαχοί τους στο ταξίδι αυτό θα είναι η προσπάθειά τους, σε συνδυασμό με τη σωστή προετοιμασία κατά τη διάρκεια τόσο των θερινών μαθημάτων που ήδη έχουν ξεκινήσει, όσο και των χειμερινών. Μια προετοιμασία όμως που συναντά κι αυτή με τη σειρά αρκετά εμπόδια με σημαντικότερο αυτό που αφορά το αν η συνεξέταση θα γίνει με κοινά κείμενα και για τους δύο κλάδους ή με διαφορετικά για κάθε κλάδο, όπως δηλαδή συμβαίνει και στις εξετάσεις του ΕΠΑΛ. Θα ήταν παράλειψη όμως να μην αναφέρουμε ότι τα κριτήρια αξιολόγησης του ΙΕΠ είναι πάντοτε ενδεικτικά. Τα θέματα διαμορφώνονται από την Κεντρική Επιτροπή Εξετάσεων η οποία υποχρεούται να λάβει υπόψη την εξεταστέα ύλη και όχι τα κριτήρια του ΙΕΠ. Ως προς αυτό τον προβληματισμό μας είμαστε αναγκασμένοι σε κάθε περίπτωση να περιμένουμε τις επίσημες ανακοινώσεις.
Συμπερασματικά υπάρχει ένας έντονος προβληματισμός και παράλληλα ένας «αγώνας δρόμου» από εκπαιδευτικούς και μαθητές ώστε να ανταποκριθούν σωστά στις νέες απαιτήσεις του μαθήματος. Οι οδηγίες είναι γενικόλογες και απέχουν από τα δεδομένα της διδασκαλίας. Σίγουρα πρέπει να δοθούνπεραιτέρω εξηγήσεις ώστε να διευκολυνθούμε όλοι οι εμπλεκόμενοι…
Υ.Γ.Εύχομαι ολόψυχα Καλά Αποτελέσματα σε όλους τους υποψήφιους. Και μην ξεχνάτε ότι είτε πετύχατε είτε όχι η ζωή απλώνεται μπροστά σας γεμάτη προκλήσεις!