Του Δημήτρη Χρυσόπουλου, Φιλόλογου – Ιστορικού
Ανακοινώθηκαν και οι φετινές βάσεις εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και τελικά τα συμπεράσματα που μπορούμε να βγάλουμε δεν απέχουν πολύ σε σχέση με όσα περιμέναμε… Έτσι, λοιπόν, παρατηρούμε ότι η πτώση των βάσεων στις περιζήτητες σχολές, η είσοδος σε πανεπιστημιακά τμήματα με βαθμούς κάτω από τη βάση, το άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ αστικών κέντρων και περιφέρειας και οι σπουδές που οδηγούν σε μία θέση στην αγορά εργασίας είναι τα βασικά στοιχεία των αποτελεσμάτων των φετινών Πανελλαδικών Εξετάσεων.
Ευθύς αμέσως, όμως, μετά την ανακοίνωση των βάσεων, προέκυψε ένας μεγάλος διάλογος για την επαναφορά της βάσης του 10, με στόχο να μην υπάρχουν στο μέλλον φαινόμενα όπου η βάση εισαγωγής, όπως για παράδειγμα στο νεοϊδρυθέν τμήμα Ιστορίας – Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών με έδρα το Αγρίνιο, οι πτυχιούχοι του οποίου θα έχουν και επαγγελματικά δικαιώματα φιλολόγου, όπως συμβαίνει και με τα υπόλοιπα τμήματα Ιστορίας – Αρχαιολογίας, βρίσκεται κάτω από τα 10.000 μόρια και συγκεκριμένα 9.747…
Σίγουρα είτε κάποιος είναι υπέρ της βάσης του 10 είτε κατά, αυτό που μετράει αρχικά είναι να κατανοήσουμε ότι δεν έχει νόημα η βάση του 10 εάν δεν μειωθούν οι θέσεις των εισακτέων στις σχολές. Σε μια τέτοια περίπτωση το μόνο που θα καταφέρει το υπουργείο με τη βάση του 10 είναι να αφήσει πολλές σχολές με άδειες θέσεις. Πρέπει, λοιπόν, να καταλάβουμε ότι η βαθμολογία στις πανελλαδικές είναι κάτι διαφορετικό από τη βαθμολογία του απολυτηρίου. Εάν δηλαδή μια χρονιά βάλουν πάρα πολύ δύσκολα θέματα στις πανελλαδικές (όπως φέτος) και το 60% γράψει στα μαθήματα κάτω από τη βάση, τότε τι θα συμβεί; Θα φταίει ο μαθητής που έγραψε κάτω από 10; Από τη στιγμή, λοιπόν, που αποφασίζεις να θέσεις τη βάση του 10, πρέπει να διασφαλίσεις πως με τη βάση αυτή θα καλυφθούν οι θέσεις που διαθέτεις. Το ζήτημα είναι αρκετά περίπλοκο και χρήζει μεγάλης προσοχής καθώς ούτε και το να περνάς σε κάποια σχολή, με πάρα πολύ χαμηλές βαθμολογίες, απλά για να λες ότι σπουδάζεις, είναι λύση…
Παράλληλα, θα ήταν παράλειψη να μην υπογραμμιστεί το γεγονός ότι κάποτε πρέπει να γίνει πραγματική μεταρρύθμιση στην παιδεία. Και αυτό σημαίνει ότι πρέπει να αξιολογηθεί η χρησιμότητα και το γνωστικό αντικείμενο πολλών σχολών και πολλές από αυτές να κλείσουν ή να συγχωνευθούν… Σίγουρα μια τέτοια λύση θα προκαλέσει τριγμούς σε τοπικές οικονομίες αλλά και αρκετές δημόσιες θέσεις, όμως η Παιδεία μας για να κατορθώσει να επανακάμψει χρειάζεται ριζικές αλλαγές και όχι μπαλώματα. Πραγματικά είναι αδιανόητο να εξάγουμε έτοιμο δωρεάν σπουδαγμένο νεαρό πληθυσμό σε χώρες που δεν έχουν δαπανήσει ούτε ένα ευρώ για αυτό, επειδή ως χώρα δεν έχουμε τη δυνατότητα να απορροφήσουμε τα μεγέθη που παράγουμε (π.χ. 800 εισακτέοι γιατροί κάθε χρόνο από τις ιατρικές σχολές της χώρας, άλλοι τόσοι πολιτικοί μηχανικοί).
Για όλα τα παραπάνω, λοιπόν, κρίνεται αυτονόητη η διατήρηση της δημόσιας δωρεάν παιδείας με σημαντική αναμόρφωση των σχολών μετά από αξιολόγηση και μακροχρόνιο σχεδιασμό για τη σύνδεση εκπαίδευσης και αναγκών παραγωγής, καθώς και το κλείσιμο ή η συγχώνευση συναφών σχολών με χαμηλή προτίμηση από υποψηφίους. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι στα σύγχρονα κράτη στα οποία θέλουμε να μοιάσουμε (και πολλοί δυστυχώς νομίζουν ότι μοιάζουμε) μειώνουν τις θέσεις όταν το επάγγελμα τείνει σε κορεσμό. Εδώ όμως προσπαθούμε να ανοίξουμε παραρτήματα ανεξαρτήτου ειδικότητας για να καλυφθούν μικροπολιτικά συμφέροντα…
Επιπλέον πρέπει να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για πτυχία με αντίκρισμα, όχι άνεργους εξειδικευμένους επιστήμονες. Πρέπει να υπάρχει σωστός επαγγελματικός προσανατολισμός και φυσικά να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις ώστε ένας φοιτητής να μπορεί να πάει να σπουδάσει εκτός της περιοχής που μένει, διότι όπως γνωρίζουμε, δεν νοσεί μόνο η Παιδεία αλλά ολόκληρη η χώρα.
Με μπαλώματα του στυλ διορθώνουμε τη βάση του 10 ή ιδρύουμε ιδιωτικά πανεπιστήμια δεν γίνεται τίποτα. Προβλήματα, όπως η βάση του 10, μπορούν να λυθούν με ένα απλό νομοσχέδιο. Το θέμα είναι αν θέλουμε οι πανελλαδικές να είναι εξετάσεις ικανότητας και καταλληλότητας για να μπει κάποιος σε μια σχολή ή διαγωνισμός για την κατάταξη προκειμένου να καθοριστούν το ποιοι θα μπουν στα τμήματα υψηλής ζήτησης.
Αν μεν ισχύει το πρώτο θα πρέπει το κάθε τμήμα να καθορίζει ένα ελάχιστο αριθμό εισακτέων ανάλογα με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας… Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει ίσως να εισάγονται όλοι όσοι υπερβούν το κατώτερο όριο βαθμολογίας. Αν ισχύει το δεύτερο, τότε θεωρείται ότι όλοι οι υποψήφιοι, ως απόφοιτοι Λυκείου έχουν τα προσόντα να μπουν σε οποιαδήποτε σχολή, απλώς οι εξετάσεις γίνονται προκειμένου να μπουν αυτοί που έγραψαν καλύτερα στη σχολή της επιλογής τους. Δηλαδή, αν υπάρχουν κενές θέσεις κάπου θα μπορεί κάποιος να μπει και με 0.
Πριν γίνει οποιαδήποτε αλλαγή το πιο σημαντικό είναι να εξεταστεί η αιτία για την οποία παρατηρούνται χαμηλές βαθμολογίες και να βρεθούν τρόποι για βελτίωση της επίδοσης των μαθητών μέσω της αναβάθμισης της παρεχόμενης εκπαίδευσης… Άλλωστε οι χαμηλές επιδόσεις σε σημαντικό βαθμό αντικατοπτρίζουν το χαμηλό επίπεδο της ελληνικής εκπαίδευσης.
Συμπερασματικά τα προβλήματα της Παιδείας μας είναι πραγματικά πάρα πολλά και ιδιαίτερα σημαντικά… Για το λόγο αυτό χρειάζονται γρήγορες, μελετημένες και προσεγμένες κινήσεις διότι το μέλλον προμηνύεται εξαιρετικά δυσοίωνο αν συνεχίζουμε να αδρανούμε προσπαθώντας να λύσουμε τα εύκολα… Στα δύσκολα ήταν και είναι το πρόβλημα…
Υ.Γ.Εύχομαι ολόψυχα καλή σταδιοδρομία σε όλα τα παιδιά που είδαν το όνειρό τους να γίνεται πραγματικότητα με την εισαγωγή τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και φυσικά ψυχραιμία και σωστές κινήσεις σε όσους δεν τα κατάφεραν… Η ζωή, στην ουσία τώρα ξεκινάει, εκμεταλλευτείτε το και πάνω από όλα ζήστε το!!!