Του Νίκου Τσούλια
Την αναπολώ. Τη νοσταλγώ. Και τώρα που είναι οριστική η απώλειά της, ο πόθος μου γι’ αυτή είναι θεριεμένος μα και παράξενος. Ναι η διδασκαλία είναι μια μαγεία, ένα θαύμα που αν και καθημερινή λειτουργία, κάθε φορά είναι και μια διαφορική τελετουργία. Και έτσι, όταν συναντώ νέους εκπαιδευτικούς, το πρώτο πράγμα που έρχεται μόνο του στη σκέψη μου είναι «έχει την ομορφιά μπροστά στη ζωή του».
Δεν ξέρω αν ήταν εκείνη η παιδική επιθυμία – να έλθει ο Σεπτέμβρης για να ανοίξουν τα σχολεία και να φύγω από τις αγροτικές δουλειές στα χωράφια και στα ζώα – που μετασχηματίστηκε στη συνέχεια σε παιδαγωγικό πόθο που φούσκωνε κάθε καλοκαίρι μετά της Παναγίας για να βρεθώ σε σχολική αίθουσα, να διδάξω…
Είχε όμως ο Σεπτέμβρης κάτι ξεχωριστό που δεν το είχαν οι άλλοι μήνες της σχολικής χρονιάς, τα πρωτάκια. Κάθε νέο ξεκίνημα και μια ατμόσφαιρα αναζήτησης, διερεύνησης, προσδοκίας, σχεδιασμού, φαντασίας… Και από μαζί τους συστολή, μούδιασμα, αναμονή, απορία. Τα πρωτάκια έχουν πάρει τις πληροφορίες τους από αδέλφια και φίλους και κάνουν τους υπολογισμούς τους για το ποιους καθηγητές και ποιες καθηγήτριες θα έχουν. Όμως, το προσωπικό βίωμα είναι μοναδικό και αναντικατάστατο…
Με ενθουσίαζε η πρώτη ημέρα με τα πρωτάκια της Α΄ λυκείου. Ήξερα ότι θα έμεναν στη μνήμη τους αρκετά στοιχεία από την πρώτη συνάντηση. Ημέρα γνωριμίας σήμαινε πολλά. Τους μιλούσα για τη ζωή, για το σχολείο, για το πώς δημιουργούμε το μέλλον μας, για τις αξίες της παιδαγωγικής. Είχα και κάποια διαχρονικά και σταθερά σημεία αναφοράς. Πήγαινα στον πίνακα και τον γέμιζα γράφοντας με μεγάλα γράμματα τις λέξεις: «Αγάπη», «Γνώση». «Η ζωή μας εδώ κρίνεται. Σε αυτούς τους δύο αστερισμούς κρύβεται το περιεχόμενό της και το νόημά της. Αν μου βρείτε κάτι ισάξιό τους, θα ήθελα να μου το καταθέσετε».
Αλλά δεν ξεκινούσα με το δικό μου μονόλογο – έστω και διανθισμένο με πολλά ερωτήματα, με παύσεις, με παρενθέσεις ακόμα και με εξωσχολικές εκτροπές… Το πρώτο μέρος της ώρας περιελάμβανε τη δική μου παρουσίαση – τυπικά και ουσιαστικά στοιχεία της εκπαιδευτικής μου θεωρίας και πρακτικής (από την ώρα προσέλευσή τους στην αίθουσα μέχρι τις τεχνικές έμπνευσής τους και ενθάρρυνσής τους στο παιχνίδι της γνώσης: πολύ εργαστήριο, νέες τεχνολογίες, δημιουργικές εργασίες προσθετικής βαθμολογίας κλπ) και στη συνέχεια ρωτούσα…
Ρωτούσα ανάκατα και τον κάθε μαθητή και την κάθε μαθήτρια χωριστά με διάφορες ερωτήσεις – διαφορετικές ερωτήσεις κάθε φορά, μια για τον καθένα και την καθεμιά. (Και επειδή δεν αρκούσε η μια διδακτική ώρα, συνεχιζόταν η διαδικασία και στην επόμενη συνάντησή μας).
Γιατί ήλθες στο λύκειο;
Τι περιμένεις από εμένα;
Πώς με κρίνεις πριν με γνωρίσεις;
Ποια είναι η φιλοδοξία σου;
Αγαπάς το διάβασμα;
Έχεις αποφασίσει τι θα σπουδάσεις;
Γιατί μαθαίνεις γράμματα;
Είσαι αισιόδοξος για τη ζωή;
Έχεις εμπιστοσύνη στον εαυτό σου;
Ποιο είναι το αγαπημένο σου μάθημα;
Γιατί θεωρείς ότι είναι σημαντική η φιλία;
Έχεις πάει ποτέ στη μητέρα σου λουλούδια χωρίς να το περιμένει;
Γιατί είσαι Παναθηναϊκός; (τυχαία το έλεγα φυσικά…)
Με το ποδόσφαιρο είσαι ή με το μπάσκετ;
Έχεις ερωτευθεί;
Τι είναι η ομορφιά για σένα;
Ποιες δουλειές κάνεις στο σπίτι σου;
Γράφεις ποιήματα ή διηγήματα;
Σου αρέσει το ρεμπέτικο;
Χορεύεις ζεϊμπέκικο;
Ποια είναι τα αγαπημένα σου τραγούδια;
Κολλάς με τα ηλεκτρονικά ή με το διαδίκτυο;
Πόσα βιβλία διάβασες το καλοκαίρι;
Για ποιο λόγο ξεκίνησες το κάπνισμα; (και αυτό τυχαία…)
Στο λεωφορείο σηκώνεσαι για να δώσεις τη θέση σου;
Ποια ενασχόληση αγαπάς περισσότερο μέχρι τώρα στη ζωή σου;
Μαλώνεις με τον αδελφό σου ή την αδελφή σου;
Πώς ξεχώρισες κάποιο δάσκαλο (ή δασκάλα) στο Δημοτικό ή καθηγητή (ή καθηγήτρια) στο Γυμνάσιο;
Κλπ κλπ (ατέλειωτες διαφορετικές ερωτήσεις που γεννιούνταν τόσο εύκολα…)
Ποιος ήταν ο σκοπός αυτών των διαλόγων; Αφενός να συνδεθώ με ένα απόλυτα προσωπικό στοιχείο τους ξέροντας ότι θα το θυμούνται και αφετέρου για να δώσω το παιδαγωγικό μου στίγμα:
ότι το μάθημά μου δεν θα είναι συνηθισμένο,
ότι θα έχει ξαφνιάσματα και ανατροπές,
ότι θα είναι όσο το δυνατόν πιο ενδιαφέρον και πιο ζωντανό, πιο συμμετοχικό, πιο δημιουργικό,
ότι θα είμαστε στην ώρα διδασκαλίας σε ένα μικρό πλοίο που θα ταξιδεύει και θα διαμορφώνει κοινά βιώματα και όμορφες παραστάσεις,
ότι η γνώση και η παιδεία είναι ταξίδι για την ελευθερία του ανθρώπου,
ότι στο σχολείο κρίνονται πολλά πράγματα για τους ίδιους, τις οικογένειές τους, την κοινωνία μας, την πατρίδα μας.