Του Νίκου Τσούλια

 

     Το κακό άρχισε με το διάβασμα των εφημερίδων. Ήταν η εποχή τους βέβαια και είχαν αρκετά συγκροτημένη ύλη, καλή αρθρογραφία, εμβριθείς αναλύσεις, πολλή πολιτική και πάντα πλούσια αναφορά στον πολιτισμό.

     Αυτά αρχίζουν από την αρχή της μεταπολίτευσης και οι εφημερίδες ποιότητας και εγκυρότητας είναι αρκετές: ΤΑ ΝΕΑ, ΤΟ ΒΗΜΑ, Η ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Η ΑΥΓΗ, Η ΕΞΟΡΜΗΣΗ, αργότερα Η ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΉ, ο ΕΠΕΝΔΥΤΗΣ. Και από κοντά περιοδικά αξιόλογα (ΤΟ ΑΝΤΙ, Ο ΠΟΛΙΤΗΣ, Ο ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ, Η ΕΣΤΙΑ, SCIENTIFIC AMERICAN κλπ). Και όλα αυτά έπρεπε να τα παρακολουθείς για να έχεις μια αρτιότητα στη σχέση σου με την πραγματικότητα.

     Οπότε για να προλαβαίνω τη ροή της γνώσης και της πληροφορίας έλεγα: ας διαβάζω τα θέματα επικαιρότητας και ας μένουν πίσω τα πιο σημαντικά, που είναι διαχρονικά και διαβάζονται όποτε ‘ναναι. Τα πιο εξαίρετα μάλιστα από αυτά τα έδεσα σε τόμους, για να έχουν πιο περίοπτη θέση στον κόσμο των έντυπων θησαυρών μου. Και κάπως έτσι με την πληθώρα των εφημερίδων που έπαιρνα έμειναν αδιάβαστα τα πιο σπουδαία κείμενά τους, και ακόμα περιμένουν…

     Κάτι ανάλογο συνέβη με τα βιβλία. Έλεγχα κάπως σχετικά στα φοιτητικά μου χρόνια την απόσταση των δύο ρυθμών, της αγοράς βιβλίων και του διαβάσματος αυτών. Αλλά η βιβλιοφιλική μου βουλιμία αφενός και η πληθώρα των βιβλίων δώρων που κατέφθανε σε εμένα από φίλους και εκδότες (στην περίοδο μάλιστα της προεδρίας μου στην ΟΛΜΕ και μετά από αυτή) αφετέρου, έκανε την απόσταση αυτή χάσμα αγεφύρωτο.

     Έμειναν λοιπόν βιβλία σπουδαία στο ράφι. Και η σχέση μου μαζί τους είναι αβέβαια. Για δύο λόγους, πρώτον για το αν θα διαβαστούν πλέον και δεύτερον αν το διάβασμά τους έχει και τώρα την ίδια αξία, αφού ένα μέρος από αυτά συνδεόταν με την εποχή αγοράς τους ή δωρεάς τους. Άλλα βιβλία τα κλασικά, της αρχαίας ελληνικής και λατινικής γραμματείας, έχουν αυτά μεγαλύτερο παράπονο. Σε ρωτάνε το πιο απλό ερώτημα. Πώς θα γίνεις γραμματιζούμενος και θα φιλοδοξείς μάλιστα να είσαι στοχαστής και διανοούμενος, χωρίς την ουσιαστική σχέση σου με εμάς;

     Και κάπως έτσι πήρα τις αποφάσεις μου έστω και καθυστερημένα. Δεν αγοράζω και πιο πολύ δεν αρχίσω να διαβάζω κανένα βιβλίο, αν δεν είναι υψηλής πνευματικής και λογοτεχνικής αξίας, αν δεν καλλιεργεί το πνεύμα μου και δεν μου δωρίζει μοναδική αίσθηση αισθητικής απόλαυσης και στοχαστικής καλλιέργειας. Είμαι πλέον παθός και μαθός. Στο απέραντο πεδίο της βιβλιοαγοράς δεν μπορεί παρά να υπάρχουν κανόνες και κριτήρια επιλογής.

     Συμβουλή μου λοιπόν· εκτιμώ ότι μεταξύ βιβλιόφιλων μπορεί να τεθεί θέμα συμβουλής ή έστω γνώμης – πεποίθησης . Αξιολογείστε με επιμέλεια το ποια βιβλία διαβάζετε. Μην αφήνετε τα καλά – κατά τη γνώμη σας – βιβλία για αργότερα. Το πιο πιθανό είναι να μην υπάρξει αυτό το αργότερα. Και είναι κρίμα και άδικο για τους εαυτούς μας να διαβάζουμε βιβλία, που δεν αφήνουν κανένα ίχνος στο συναίσθημά μας και στη συνείδησή μας και να αφήνουμε στα αζήτητα βιβλία – θησαυρούς του πνεύματος του ανθρώπου, βιβλία που συνεργούν στη ροή και στην εξέλιξη της ανθρωπότητας.

     Υπάρχει και μια άλλη όψη στο διάβασμα των βιβλίων. Τα κλασικά βιβλία δεν είναι βίπερ για να ξεμπερδέψεις με ένα απλό διάβασμα – θέλουν μελέτη και επιστροφή σ’ αυτά κατά καιρούς. Αλλιώς δεν έχει νόημα η σχέση μας μαζί τους. Θέλουν μελέτη, αποδελτίωση και σχολιασμό.

     Υπάρχει και κάτι άλλο, μια ενδιάμεση λύση για την αντιμετώπιση του προβλήματος των παραμελημένων κλασικών βιβλίων, η μελέτη ενός υποσυνόλου από το έργο ενός ξεχωριστού συγγραφέα, για παράδειγμα του Αριστοτέλη. Να μελετήσουμε δηλαδή π.χ. τα «Πολιτικά» του και τα «Ηθικά» του. Εκείνο που είναι έγκλημα και αμαρτία είναι να μην διαβάσουμε καθόλου Αριστοτέλη και να ισχυριζόμαστε ότι γενικά διαβάζουμε!

anthologio.wordpress.com

Προηγούμενο άρθροΤι μου έφερες;
Επόμενο άρθροΠρόσβαση σε εκατομμύρια ηλεκτρονικά τεκμήρια από την Εθνική Βιβλιοθήκη
Νίκος Τσούλιας
Κατάγεται από την Αυγή Αμαλιάδας και είναι εκπαιδευτικός. Έχει εκλεγεί πρόεδρος της ΟΛΜΕ τέσσερις φορές (1996 – 2003) και έχει εκπονήσει διδακτορική διατριβή στην Ειδική Αγωγή. Έχει εκδώσει δύο βιβλία εκπαιδευτικού περιεχομένου τα: “Σε πρώτο πρόσωπο” και «Παιδείας εγκώμιον». Έχει δημοσιεύσει δεκάδες άρθρα σε επιστημονικά και εκπαιδευτικά περιοδικά. Έχει συνεργαστεί επαγγελματικά με τις εφημερίδες «ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ» (1980 – 1986) και «ΕΞΟΡΜΗΣΗ» (1988 – 1996). Τα τελευταία χρόνια αρθρογραφεί στην εφημερίδα “ΤΟ ΑΡΘΡΟ” και στις εφημερίδες της ΗΛΕΙΑΣ: «ΠΡΩΙΝΗ», “ΑΥΓΗ” και “ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ”.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.