Του Νίκου Τσούλια
Μια ανάγνωση δεν είναι πάντα αθώα. Μπορεί να είναι και «επώδυνη», αν μεταναστεύσουμε στη χώρα ενός μεγάλου συγγραφέα που συντρίβει το χρόνο και τη φθορά, που φανερώνει τον πυρήνα του ουσιώδους μέσα από τα τόσα και τόσα σκηνικά του ανούσιου, αν δηλαδή ανατραπεί το δικό μας σύστημα αναφοράς.
Όταν διαβάζεις Παπαδιαμάντη, εισάγεσαι σε ένα ιδιότυπο, περίκλειστο σύμπαν, που δεν είναι μόνο γλωσσικό αλλά και ηθογραφικό και κοινωνιολογικό. Αφαιρείσαι από το εκτός διαβάσματος περιβάλλον, χωρίς να το συνειδητοποιείς. Και αν αυτό δεν συμβεί, το διάβασμα δεν έχει ουσία. Αφαιρείς κάθε ξένη πρόσμιξη και αφιερώνεσαι ολοκληρωτικά σε έναν άλλον κόσμο, των αδικημένων, των στερημένων, των φτωχών, των απλοϊκών ανθρώπων. Μεταναστεύεις σε αλλοτινούς καιρούς, που δεν γειτονεύουν με τους σημερινές εποχές.
Ακόμα και όταν διαβάζεις μετάφραση του Παπαδιαμάντη από ένα μεγάλο έργο άλλου ξένου συγγραφέα, νιώθεις το γλωσσικό του στερέωμα τόσο έντονα που δεν ξέρεις αν διαβάζεις έργο του ξένου συγγραφέα ή του Παπαδιαμάντη! Και αυτό σε δυσκολεύει γιατί αναμετρώνται δύο ιερά τέρατα των Γραμμάτων στο δικό σου νοητικό πεδίο. Προσπάθησα, για παράδειγμα, να διαβάσω το «Έγκλημα και τιμωρία» του Δοστογιέφσκη υπό Α. Παπαδιαμάντη και δεν μπορούσα γιατί δεν ήξερα τι διαβάζω: Ντοστογιέφσκι ή Παπαδιαμάντη;
Απελευθέρωσε τη γλώσσα σε ταπεινά μονοπάτια για να συναντήσει την απλότητα, την ολιγάρκεια, τη συστολή, τους φόβους, τους κατατρεγμούς, τις προκαταλήψεις, την άγνοια, την αμορφωσιά. Γιατί μόνο έτσι θα προσέγγιζε και θα ανέλυε τον φτωχόκοσμο – που ήταν άλλωστε και το μεγάλο μέρος του κοινωνικού ιστού στην εποχή του. Η δυσκολία στην όποια ανάγνωση του έργου του οφείλεται στην αδυναμία του αναγνώστη να βρεθεί σε έναν τέτοιο κόσμο, που φαντάζει τόσο μακρινός, τόσο απρόσιτος…
Ο Παπαδιαμάντης είναι ένας σύγχρονος κλασικός συγγραφέας. «Περνάει την αντίθεσή του στην κρατική και εκκλησιαστική εξουσία της Δύσης, την ανησυχία του για τη φθορά του ελληνισμού και την καταστροφή του κοινοτικού χαρακτήρα της αγροτικής κοινωνίας» (Α. Ζήρας). Στο έργο του εκφράζονται πόθοι και αγωνίες των απλών ανθρώπων. Αναλύονται ψυχογραφίες βασανισμένων και κατατρεγμένων. Γίνονται μικροκοινωνιολογικές προσεγγίσεις που είναι πιο διεισδυτικές από αντίστοιχες βαθυστόχαστες με ιδεολογικό περίβλημα. Ο Παπαδιαμάντης είναι ο Ντίκενς της ελληνικής γλώσσας.
Μα και στον έρωτα και στην αγάπη έχει τη δική του ξεχωριστή θεώρηση. Ζει σε μια άλλη εποχή ακόμα και από τη δική του ως προς αυτό το ζήτημα. «Ο αποσυνάγωγος Παπαδιαμάντης δημιούργησε ένα ερωτικό σύμπαν, όπου ίπτανται και πλέουν αθώες κορασίδες, λαϊκές θυγατέρες, ερωτόβρυτοι ηλιοκαείς αιπόλοι, θαλασσινοί με την άλμη στον τράχηλο, λαϊκοί απόκληροι: μοναχικοί μονόλογοι, μορφές όπου η κρυφή πληγή του, μαζί με την ερωτική λύπη, σμίλεψαν το μυστικό του αρχαϊκού μειδιάματος» (Χ. Λιοντάκης). Οι περιγραφές του θυμίζουν τον θείο Όμηρο. «Ήτο πνοή, ίνδαλμα αφάνταστον, όνειρον επιπλέον στο κύμα – ήτο νηρηίς, νύμφη, σειρήν, πλέουσα, ως πλέει ναυς μαγική, η ναυς των ονείρων…» (Όνειρο στο κύμα).
Ο Παπαδιαμάντης μαζί με τον Καζαντζάκη είναι οι δύο βασικοί πυλώνες της νεότερης πεζογραφίας μας. Ο Καζαντζάκης είναι εξωστρεφής, κοσμοπολίτης, ερευνητής της διανόησης μέσω του ορθολογισμού και του στοχασμού. Ρουφάει και εκφράζει κάθε ικμάδα της ζωής. Η σχέση του με το θείο είναι βαθιά μα και αιρετική σύμφωνα με την κρατούσα διοικητική άποψη της εκκλησίας.
Ο Παπαδιαμάντης μορφοποιεί άλλο ρεύμα των Γραμμάτων και της φιλοσοφίας. Εσωστρεφής, κοσμοκαλόγερος, ταπεινός. Καταθέτει την άποψή του για τη ζωή όχι μέσα από θεωρητικούς στοχασμούς αλλά από τους χαρακτήρες και τη νοοτροπία των ηρώων του. Αρνείται κι αυτός την εξουσιαστική δύναμη της εκκλησίας και διατρέχεται από βαθύ θρησκευτικό συναίσθημα που και του μυστικισμού.
Διαβάστε επίσης: Η Γυφτοπούλα |
Τίθεται ένα ερώτημα. Τώρα που ζούμε σε εποχές που το μέλλον έρχεται όλο και πιο γρήγορα και έχουμε ιστορικές ανακατατάξεις στον παγκόσμιο πολιτισμό και η τεχνολογία αλλάζει τα πάντα, ποιο μπορεί να είναι το νόημα για να …συζητάμε με τον Παπαδιαμάντη; Κι όμως. Τώρα είναι ακόμα μεγαλύτερη η ανάγκη για εξανθρωπισμό του ανθρώπου, για πραγματική κοινωνική πρόοδο, για εκδημοκρατισμό της πολιτικής. Και το παπαδιαμαντικό έργο μπορεί να συμβάλλει τα μέγιστα σε αυτό τον προσωπικό, συλλογικό, εθνικό αγώνα.