Γιατί διαβάζω…

Του Νίκου Τσούλια

      Ίσως επειδή η έλλειψη βιβλίων στην παιδική και εφηβική ηλικία μου είναι το μόνο (και πάντως το πρώτιστο) παράπονο από τη ζωή μου, να έχω διαμορφώσει μια φοβερή μυθολογία με όψη ύψιστης προσωπικής κοσμοθεωρίας γύρω από τον κόσμο των βιβλίων, που υπερβαίνει το στερέωμα μιας απλής λατρείας μου προς αυτά. Ίσως επειδή η βιβλιομανία μου είναι το πιο ασίγαστο πάθος μου, να έχω ιδεολογικοποιήσει έναν τρόπο ζωής που έχει στο κέντρο της σκέψης μου την εικόνα του βιβλίου ως μοναδικό πέρασμα για την πνευματική καλλιέργεια και για την κατανόηση του κόσμου και της πραγματικότητας.

      Και μέσα σ’ αυτό το προσωπικό και ολοφώτεινο σύμπαν μου είναι τοποθετημένοι οι άνθρωποι του βιβλίου. Και δεν εννοώ σαφώς τους συγγραφείς, και ιδιαίτερα τους κλασικούς συγγραφείς – που τους θεωρώ ως Αγίους της Γης και της Ιστορίας –, αλλά όλους εκείνους που έχουν οργανική σχέση με το ήδη πνευματικά δημιουργημένο (στον πυρήνα του τουλάχιστον) βιβλίο: τους εκδότες, τους βιβλιοπώλες, τους βιβλιοθηκάριους, τους βιβλιοθηκονόμους, τους διορθωτές, τους επιμελητές και τους μεταφραστές (αυτοί συμμετέχουν και στην πνευματική σύλληψη του βιβλίου), τους τυπογράφους, τους βιβλιοδέτες, τους σχεδιαστές, τους εικονογράφους κλπ

      Θεωρώ ότι κάθε βιβλιόφιλος αισθάνεται μια ιδιότυπη οικειότητα για τους ανθρώπους του βιβλίου, ίσως γιατί έχουν πολλούς κοινούς «γνωστούς», ίσως γιατί έχουν μια συναντίληψη για τη ζωή και για τον κόσμο, ίσως γιατί έχουν συνδεθεί με αδιόρατους μεν, πανίσχυρους δε δεσμούς. Και αυτό το ξέρουν και οι δύο πλευρές, χωρίς να αισθάνονται καμιά ανάγκη περαιτέρω διευκρίνησης. Έτσι θεωρούμε τους ανθρώπους του βιβλίου ως ανθρώπους ευγενικούς, προοδευτικούς, καλοπροαίρετους, φιλόξενους, καταδεκτικούς, ανοιχτόμυαλους…

      Είναι άνθρωποι που τους θεωρώ τυχερούς και γι’ αυτό θέτω το ερώτημα του τίτλου του παρόντος άρθρου. Και μόνο ότι η ζωή τους είναι ζυμωμένη με παραστάσεις των βιβλίων είναι ένα στοιχείο ιδιαιτερότητας, που χρήζει ανάλυσης. Και έχω διαμορφώσει περισσότερο ασυνείδητα και λιγότερο συνειδητά το είδωλό τους, γιατί ο διαχρονικός πόθος μου για το βιβλίο και το διάβασμα προοικονομούσε από πολύ νωρίς την εικόνα για τους ανθρώπους του, εικόνα προφανώς φαντασιακή και μυθοπλαστική και ως εκ τούτου πιο ουσιαστική και πάντως πιο δρώσα από την όποια πραγματική ή αντικειμενική εικόνα τους.

      Είπε ο επαναστατικός φιλόσοφός μας ο Ηράκλειτος ότι «ήθος ανθρώπω δαίμων» (η μοίρα του ανθρώπου είναι ο χαρακτήρας του). Και είναι αυτή η θεώρηση πράγματι μια εκπληκτική σύλληψη της ζωής. Αλλά τι γίνεται με τους «ανθρώπους μου», που είναι μόνιμοι κάτοικοι της βιβλιοχώρας και έχουν το μοναδικό προνόμιο όχι απλά και μόνο να διαβάζουν ό,τι θέλουν αλλά και να παρακολουθούν με συστηματικό τρόπο τη δημιουργία και τη ροή της βιβλιοπαραγωγής, να παίρνουν λάμψη από ένα περιβάλλον πνευματικότητας και τελικά η μοίρα τους να έχει μέσα και την ομορφιά του βιβλίου;

      Μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι και οι άνθρωποι αυτοί επαγγελματοποιούνται – με την έννοια της τυποποποίησης της λειτουργίας τους – και δεν μπορούν να είναι σε διαρκή πνευματική ένταση λόγω της φυσικής τους και μόνο παρουσίας τους μέσα στην υλική υπόσταση των βιβλίων. Και αν αυτό έχει μια σχετική αξία, πώς μπορεί κάποιος να μένει ανεπηρέαστος από ένα διαρκές πανηγύρι στοχασμού και καλλιέργειας που δωρίζουν τόσο γενναιόδωρα τα βιβλία;

      Σκεφτείτε την εξής εικόνα. Αν δείτε ένα πρόσωπο στο γραφείο μιας εμβληματικής ή ιστορικής ή πολύ ξεχωριστής βιβλιοθήκης ή πίσω από τον πάγκο ενός ονομαστού και όμορφου βιβλιοπωλείου ακόμα και του πιο ταπεινού αλλά και διάσημου – για παράδειγμα της «Ατλαντίδας» της Σαντορίνης – και «μεταφέρετε» το ίδιο πρόσωπο σε έναν άλλο κατάστημα δημόσιο ή ιδιωτικό, δεν θα είναι λιγότερο γοητευτικό;

      Σκεφτείτε ακόμα και μια πιο αδρή εικόνα. Με την ίδια συναισθηματική πρόσληψη του προσώπου κάνουμε όταν αυτό είναι πίσω από τον πάγκο σε μια έκθεση βιβλίων ή όταν είναι στον πάγκο της λαϊκής αγοράς και πουλάει λαχανικά; Φυσικά, θα ισχυριστείτε ότι είναι διαφορετική και η στάση του ίδιου πελάτη στη μια ή στην άλλη περίπτωση, και πράγματι αυτό συμβαίνει. Αλλά η διαφορετικότητα οφείλεται μόνο στην πρόσληψη της εικόνας του προσώπου ή και στην ίδια την εικόνα του προσώπου στην οποία συμπεριλαμβάνεται και η αισθητική ακτινοβολία των βιβλίων; Ισχυρίζομαι ότι ισχύει το δεύτερο μέλος της διάζευξης του τεθέντος ερωτήματος.

      Και όχι μόνο αυτό, αλλά προχωρώ και πιο πέρα σε ένα ερώτημα που μου γεννιέται κάθε φορά που μπαίνω σε βιβλιοθήκη ή σε βιβλιοπωλείο, ως φυσική απόρροια του αισθήματός μιας ξεχωριστής γοητείας . Τα πρόσωπα των ανθρώπων δίνουν ομορφιά στα βιβλία ή τα βιβλία σ’ αυτά τα πρόσωπα; Ίσως η πιο ορθή απάντηση να είναι ότι έχουμε μια διαρκή αλληλεπίδραση – γιατί αφενός το πρόσωπο του ανθρώπου είναι η πιο όμορφη εικόνα που έχει δημιουργηθεί στη φύση και αφετέρου η αισθητική του βιβλίου είναι η απόλυτα οικουμενική εικόνα κάθε πολιτισμού όπου γης και όπου χρόνου. Και η συνάντηση της ξεχωριστής γοητείας φύσης και ιστορίας γεννάει τη ομορφιά αυτή.

anthologio.wordpress.com

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.