Του Δημήτρη Χρυσόπουλου, Φιλόλογου – Ιστορικού
Με αφορμή το επικείμενο άνοιγμα των σχολείων και τις συζητήσεις που γίνονται για το αν πρέπει οι γονείς τελικά να «αφήσουν» τα παιδιά να επιστρέψουν στα θρανία, για ακόμη μια φορά ήρθε στο προσκήνιο η κουβέντα περί του φαινομένου «άδειες αίθουσες» και απουσίες. Κάθε χρόνο τέτοια περίπου εποχή, δηλαδή το τελευταίο διάστημα πριν τις Πανελλαδικές εξετάσεις, είναι διαχρονικό πλέον και συνηθισμένο οι μαθητές της Γ’ Λυκείου να κάνουν χρήση των απουσιών τους και να μην προσέρχονται στα μαθήματα του σχολείου για όσο χρονικό διάστημα «καλύπτεται» από τον αριθμό των απουσιών τους.
Ομολογουμένως αυτή η εικόνα των μισοάδειων αιθουσών στα τμήματα της Γ’ Λυκείου είναι μια σοβαρή παθογένεια του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Αυτό όμως που πρέπει να μας κάνει εντύπωση είναι το «γιατί» οι μαθητές, των οποίων το μέλλον κρίνεται εκείνη την περίοδο, προτιμούν άλλα μέσα για την προετοιμασία τους κι όχι το σχολείο. Η απάντηση είναι προφανέστατη και δεν χρειάζεται διευκρινίσεις…
Πριν αρχίσουμε, όμως, να αναστενάζουμε απελπισμένοι με το φαινόμενο αυτό, ας σκεφτούμε λίγο ορισμένα πράγματα. Ακόμη και ενήλικες που παρακολουθούν μεταπτυχιακά, διδακτορικά κλπ. όταν έχουν τη δυνατότητα παίρνουν λίγες μέρες άδεια την περίοδο που δίνουν εξετάσεις, άρα δεν είναι παράλογο να θέλει κάποιος να συγκεντρωθεί στο διάβασμά του. Άλλωστε, μέχρι το Πάσχα το μεγαλύτερο μέρος των εκπαιδευτικών έχει ολοκληρώσει την ύλη και αφήνει για μετά τις διακοπές του Πάσχα τις επαναλήψεις. Ένας μαθητής που έχει περιθώριο, λοιπόν, να κάνει 80-100 απουσίες τους μήνες Απρίλιο και Μάιο σημαίνει ότι δεν έχασε σχεδόν κανένα μάθημα όλη τη χρονιά.
Το ζήτημα, όμως, είναι αλλού. Με το να μην πάνε στο σχολείο τον τελευταίο μήνα, οι μαθητές που είναι σπίτι τους και διαβάζουν, δεν απαξιώνεται τόσο πολύ το σχολείο, όπως διατείνονται πάρα πολλοί! Αντίθετα το σχολείο απαξιώνεται, κυρίως, από όλους εκείνους τους μαθητές που εξαντλούν τις τελευταίες τους απουσίες πηγαίνοντας για καφέ, χωρίς να τους νοιάζει που το απολυτήριό τους θα το πάρουν με πολύ χαμηλό βαθμό και μετά θα τους φταίει το εκπαιδευτικό σύστημα που σαφώς έχει, είχε και θα έχει πάρα πολλά τρωτά σημεία!
Δεν πρέπει να τα βάζουμε εξ ολοκλήρου με τα παιδιά όταν το υπάρχον σύστημα έχει διαμορφωθεί κατά τέτοιο τρόπο και τους δίνει αυτή τη δυνατότητα. Κι επειδή στην επικαιρότητα τέθηκε και το ζήτημα με τις ψεύτικες βεβαιώσεις των γιατρών θα συμφωνήσω ότι δεν είναι ηθική μια τέτοια πράξη, όμως οι απουσίες που κρατούν οι μαθητές για το τέλος της χρονιάς από τη στιγμή που είναι σύμφωνες με το σύστημα δεν νομίζω ότι πρέπει να αποδοκιμάζονται σε τόσο υπερβολικό βαθμό.
Ας μην λησμονούμε ότι μιλάμε για παιδιά των οποίων η επαγγελματική σταδιοδρομία κρίνεται μέσα σε ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Προφανώς και δεν φταίνε όλα εκείνα τα παιδιά που θέλουν να προετοιμαστούν όσο καλύτερα γίνεται με όποιον τρόπο μπορούν προκειμένου να πετύχουν το στόχο τους. Γι’ αυτό και ο πιο απλός τρόπος να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο είναι ο καθορισμός συγκεκριμένου ορίου απουσιών ανά μήνα, γιατί μόνο έτσι θα μοιραστούν οι απουσίες περίπου ισορροπημένα σε όλη τη διάρκεια του διδακτικού έτους.
Δεν νομίζω ότι είναι ωφέλιμο να νοσταλγούμε μία κατάσταση του παρελθόντος με τις ψεύτικες ιατρικές βεβαιώσεις που έρχονταν σωρηδόν καθημερινά στα σχολεία και έπρεπε ένας εκπαιδευτικός σχεδόν αποκλειστικά να ασχολείται με την πρωτοκόλλησή τους! Το όριο με τις 114 απουσίες για όλους, με ευθύνη πλέον των γονέων που οφείλουν να ενημερώνουν το σχολείο ότι το παιδί τους απουσιάζει εν γνώσει τους, είναι αρκετά υγιές. Εννοείται ότι προβλέπεται μια εύλογη υπέρβαση του ορίου για σοβαρές περιπτώσεις (είναι πολλές, για να τις μνημονεύσουμε αυτή τη στιγμή), αλλά εκεί προβλέπεται μια αυστηρή διαδικασία που απαιτεί ιατρική βεβαίωση όχι απλού ιδιώτη γιατρού, αλλά διευθυντή κλινικής! Επομένως το σύστημα αυτό σαφώς και είναι πιο ορθολογικό από τα παλιότερα! Απλώς εγώ θα πρότεινα σε σχέση με τη χρόνια παθογένεια της Γ’ Λυκείου, το όριο να κατανεμηθεί ανά μήνα, ώστε τελικά οι μαθητές να προσέρχονται στο σχολείο με την ίδια περίπου κανονικότητα σε όλη τη διάρκεια της χρονιάς.
Πρώτα θα πρέπει να αλλάξει το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα και να καθίσταται γόνιμο και αποδοτικό το μάθημα για όλους τους μαθητές, σε τέτοιο βαθμό που να μη θεωρείται χάσιμο χρόνου, ειδικά τις τελευταίες εβδομάδες του σχολικού έτους και έπειτα να ασκήσουμε κριτική στα παιδιά. Τα παιδιά δεν αποφάσισαν ξαφνικά να υιοθετήσουν μία τέτοια τακτική. Υπήρχε ήδη και απλά την συνεχίζουν… Πρώτα θα πρέπει να εξετάσουμε τα αίτια για όλες τις «ανορθογραφίες» που παρατηρούνται κι έπειτα να βρούμε τις λύσεις… Άλλωστε η κριτική είναι πάντα ανέξοδη…
Κλείνοντας, θα ήθελα να σταθώ σε όλο αυτό το πρωτόγνωρο άγχος και την πίεση που έχουν όσα παιδιά δίνουν φέτος εξετάσεις, και να προσθέσω ότι τη δεδομένη χρονική στιγμή δεν χρειάζονται τις επικρίσεις των «αλάνθαστων» και «υποδειγματικών» ενηλίκων… Πρέπει να τα αφήσουμε να ολοκληρώσουν την προσπάθειά τους με όποιον τρόπο θεωρούν εκείνα καλύτερο! Από πέρυσι λειτουργούν σαν πειραματόζωα με όλες αυτές τις αλλαγές που έχουν συντελεστεί σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα!!! Ας σωπάσουμε προς το παρόν κι ας σεβαστούμε εκείνα, τους γονείς τους και τους εκπαιδευτικούς που μάχονται μαζί τους.