Του Δημήτρη Χρυσόπουλου, Φιλόλογου – Ιστορικού
Το φετινό καλοκαίρι εκτός από διαφορετικό έχει εξελιχθεί και πάρα πολύ θερμό, όχι όμως αποκλειστικά εξαιτίας των υψηλών θερμοκρασιών του υδράργυρου, αλλά λόγω των καθημερινών -πλέον- γεγονότων που σχετίζονται τόσο με τα εθνικά ζητήματα της χώρας μας όσο και με την πολυσυζητημένη πανδημία εξαιτίας του κορωνοϊού.
Αναφαίρετα η αβεβαιότητα πλέον τείνει να γίνει μόνιμο χαρακτηριστικό της ζωής μας, και παρότι βρισκόμαστε εν μέσω καλοκαιρινών διακοπών για τα σχολεία, τα ανοιχτά μέτωπα που υπάρχουν στον χώρο της Παιδείας είναι πάρα πολλά και απαιτούν σοβαρό προγραμματισμό ώστε από Σεπτέμβριο να μπορέσουμε -ανεξαρτήτως συνθηκών- να ανταποκριθούμε στις «σκληρές» προκλήσεις με επιτυχία.
Στην κατεύθυνση αυτή, όπως γνωρίζουμε, η έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς είναι προγραμματισμένη για τη Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου, χωρίς να ξεχνάμε βέβαια ότι τα πάντα ανά πάσα στιγμή μπορεί να ανατραπούν αν τα επιδημιολογικά δεδομένα έχουν πάρει αρνητική τροπή. Αν πάρουμε το θετικό σενάριο, όπου τα πράγματα θα είναι καλά από το μέτωπο του κορωνοϊού και τα σχολεία ανοίξουν κανονικά, άραγε θα είναι σε θέση μαθητές και εκπαιδευτικοί να επιστρέψουν σε μια κανονικότητα προ του ιού ή μήπως θα έχουμε επανάληψη του μοντέλου του καλοκαιριού με τον χωρισμό των τμημάτων στα δύο και την εκ περιτροπής διδασκαλία μέρα παρά μέρα;
Το να επιστρέψουμε στη διατήρηση του προ ιού μοντέλου νομίζω στην παρούσα φάση μοιάζει ως ένα σενάριο εκτός πραγματικότητας, άρα το υπουργείο θα πρέπει ήδη να έχει σχεδιάσει την επόμενη μέρα ώστε να μη χαθεί πολύτιμος χρόνος. Μία λύση, λοιπόν, θα ήταν να εξεταστεί σοβαρά το ενδεχόμενο μείωσης του αριθμού των μαθητών ανά τμήμα ανάλογα με το μέγεθος των αιθουσών και με κορυφή τους δεκαπέντε μαθητές. Στη συνέχεια να ελεγχθούν οι αίθουσες που χρειάζονται και το επιπλέον προσωπικό και να προβούν στις ανάλογες ενέργειες μίσθωσης επιπλέον χώρων ή ανακαίνισης υπαρχόντων και πρόσληψης προσωπικού. Αν περιμένουμε όλα αυτά να γίνουν την τελευταία στιγμή… τότε σίγουρα θα διαμορφωθεί μια κατάσταση που με τη σειρά της θα δημιουργήσει μόνο επιπλέον προβλήματα.
Σαφώς και όλα αυτά στα λόγια μοιάζουν εύκολα, θα πρέπει όμως σε τόσο ευαίσθητους τομείς όπως αυτοί της Υγείας και της Παιδείας, να γίνονται το ίδιο εύκολα και πράξη από κάθε χώρα, έστω και αν οι δαπάνες είναι μεγάλες. Ένα κράτος, επενδύοντας τόσο στην Υγεία όσο και στην Παιδεία, είναι σίγουρο ότι θέτει τα θεμέλια για ένα καλύτερο αύριο, δίχως ημίμετρα και συμβιβασμούς με τη μετριότητα, αλλά με σταθερά βήματα, συνετά και προσεγμένα.
Ένα ακόμη από τα ζητήματα που απασχολούν σίγουρα ενόψει της νέας χρονιάς είναι και αυτό της κάλυψης των κενών σε εκπαιδευτικό προσωπικό. Όπως συνηθίζεται κάθε χρόνο οι τοποθετήσεις των αναπληρωτών καθηγητών γίνονται τις πρώτες μέρες του Σεπτεμβρίου, λίγες μόλις ημέρες πριν αρχίσει το σχολικό έτος. Φέτος, λόγω της ιδιομορφίας των συνθηκών, θαρρώ, πως θα ήταν πιο συνετό η διαδικασία αυτή να έχει ολοκληρωθεί αρκετά πιο νωρίς ώστε οι αναπληρωτές καθηγητές να έχουν εγκατασταθεί έχοντας μεγαλύτερη άνεση χρόνου μπροστά τους ώστε να είναι προετοιμασμένοι για κάθε ενδεχόμενο. Επιπρόσθετα, φέτος, απαιτείται περισσότερο από κάθε άλλη χρονιά η κάλυψη των κενών με επιπλέον εκπαιδευτικό προσωπικό από το προγραμματισμένο. Περισσότεροι δάσκαλοι και καθηγητές, λιγότεροι μαθητές στις τάξεις, μάθημα για όλους, μα πάνω απ’ όλα μεγαλύτερη θωράκιση απέναντι στον κορωνοϊό μέχρις ότου βγει το πολυαναμενόμενο εμβόλιο.
Παράλληλα, την ώρα που πλέον έχουν μπει με δυναμικό τρόπο στη ζωή μας τα διαδικτυακά μαθήματα, οι ιθύνοντες έχοντας ως «μπούσουλα» το διάστημα που ακολούθησε από το Μάρτιο και μετά, οφείλουν να οργανώσουν μέσα στον επόμενο μήνα την τηλεκπαίδευση σε νέες βάσεις διορθώνοντας τις παραφωνίες και τα λάθη που έγιναν και διατηρώντας ταυτόχρονα όσα κρίνουν ότι λειτούργησαν θετικά. Επιπρόσθετα, επειδή είναι σίγουρα αρκετοί οι μαθητές που δεν είχαν πρόσβαση σ’ αυτής της μορφής την εκπαίδευση λόγω απουσίας του απαραίτητου εξοπλισμού, θα πρέπει να υπάρξει μέριμνα ώστε να προμηθευτούν τα κατάλληλα μέσα (λάπτοπ ή τάμπλετ, σύνδεση στο διαδίκτυο) και κατά συνέπεια να μπορούν να συμμετέχουν ισότιμα στη μάθηση.
Φυσικά θα ήταν παράλειψη να μην τονιστεί το γεγονός ότι για μια ακόμη χρονιά οι αλλαγές στα «τεχνικά» ζητήματα και πάλι θα είναι αρκετές (τράπεζα θεμάτων, νέα προγράμματα σπουδών, αλλαγές στον τρόπο εξέτασης είναι μόνο μερικά από αυτά), άρα κρίνεται επιβεβλημένη η επιμόρφωση των καθηγητών με βάση τα νέα δεδομένα ώστε να αποφευχθούν φαινόμενα λανθασμένης προσέγγισης των μαθημάτων και βαθμολόγησης των γραπτών όπως για παράδειγμα συνέβη στο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας των πανελλαδικών εξετάσεων. Στο πλαίσιο αυτό ωφέλιμο θα ήταν πριν την έναρξη της σχολικής χρονιάς να δοθούν όλες οι απαραίτητες διευκρινίσεις στους εκπαιδευτικούς ώστε να μην υπάρχουν θολά ζητήματα και κατά συνέπεια δημιουργούνται παρερμηνείες. Θετικό βήμα, πάντως, κρίνεται το γεγονός ότι ανακοινώθηκε η εξεταστέα ύλη για το νέο σχολικό έτος, με κάποιες αλλαγές φυσικά, οπότε και η προετοιμασία των υποψηφίων μπορεί να συνεχιστεί δίχως να υπάρχει αυτή η εκκρεμότητα.
Κι αν τα μέτωπα που υπάρχουν στον χώρο της Παιδείας με σχέδιο, θέληση και οργάνωση μπορούν να κλείσουν ή έστω να βελτιωθεί το μέγεθος του προβλήματος, τα μέτωπα που έχουν ανοίξει με τη γειτονική Τουρκία σίγουρα μπορούν να οδηγήσουν σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Η μετατροπής της ιστορικής Αγίας Σοφίας σε τζαμί, οι συνεχείς τουρκικές προκλήσεις και παραβιάσεις της εδαφικής κυριαρχίας μας κι όλα αυτά πάντα με φόντο τον κορωνοϊό αναντίρρητα συνθέτουν ένα πρωτόγνωρο σκηνικό! Ας ελπίσουμε να επικρατήσει η λογική και σύντομα όλα αυτά να έχουν λυθεί αναίμακτα ώστε να επικεντρωθούμε στα εσωτερικά ζητήματα της χώρας. Είναι αναγκαίο περισσότερο από ποτέ!