Στα ίχνη των διανοουμένων μιας άλλης εποχής

 

Σε εποχές αλλοτινές, που ουδεμία σχέση έχουν με τις σημερινές, η διαδικασία της μάθησης αποτελούσε μια πολύ σοβαρή υπόθεση. Οι γονείς, στερημένοι οι περισσότεροι από εκείνη τη σπάνια συντροφιά του βιβλίου, την οποία κάποτε και οι ίδιοι επιθυμούσαν διακαώς, αλλά οι κοινωνικές συνθήκες δεν το επέτρεπαν – ο βιοπορισμός ήταν άμεσης  προτεραιότητας στη μεταπολεμική Ελλάδα –  μετάγγιζαν αυτή τη λαχτάρα στα παιδιά τους, τη λαχτάρα των γραμμάτων, της μόρφωσης, ώστε να καταστούν υπολογίσιμα αλλά κυρίως χρήσιμα   μέσα σε μια κοινωνία που αναμορφωνόταν με γοργούς ρυθμούς και επιζητούσε ερείσματα στέρεα. Οι μορφωμένοι της εποχής εκείνης  βαπτίζονταν στα νερά της Στυγός,  μέσα από τα οποία αναδύονταν  αναγεννημένοι, με χάρισμα πνευματικό τέτοιο, ώστε να  αισθάνονται  άτρωτοι, «υπείροχοι»,  κατά πόσο μάλιστα όσοι μυήθηκαν σε γνώσεις ανθρωπιστικές και κοινώνησαν από το αθάνατο νερό τους, κληροδοτώντας έργα άφθαρτα, διαχρονικά.

Όσοι διακρίθηκαν τα χρόνια εκείνα στον πνευματικό στίβο ήταν όσοι εκτός από μια περίοπτη θέση σε ακαδημαϊκούς θώκους  κατείχαν και περίσσευμα  σωκρατικής σοφίας. Όσοι έκαναν έμβλημα στη ζωή τους το Σωκρατικό ρητό «εν οίδα ότι ουδέν  οίδα» και συνέχισαν – κάποιοι  υπακούοντας  στην εσωτερική τους φωνή, άλλοι υπό την κατάλληλη καθοδήγηση ή παρότρυνση –  να αναζητούν, να ερευνούν, να αμφιβάλλουν,  όχι μόνο για την αποθησαυρισμένη γνώση, αλλά ενίοτε και για τον ίδιο τους τον εαυτό. Οι σημαντικοί αυτοί πνευματικοί άνθρωποι δε στάθηκαν μόνοι τους στην οχλοβοή του κόσμου, δεν έχασαν το βηματισμό τους, σαν τον ποιητή στο ποίημα «Άλμπατρος» του Σαρλ Μπωντλαίρ, αλλά με σταθερά βήματα προσκάλεσαν τον κόσμο μέσα τους και διέχυσαν εαυτόν στον κόσμο γύρω τους.

Η σκέδαση του διανοουμένου στο χώρο και, όπως αποδείχτηκε, στο χρόνο, σε παλιότερες εποχές αποτελούσε ένα αδιάρρηκτο σύνολο με την ίδια του την ύπαρξη. Ο διανοούμενος ήταν ύπαρξη και συνύπαρξη ταυτόχρονα. Η  Θητεία στο πνεύμα ως ύπαρξη επισφραγιζόταν με τη Θυσία στον άνθρωπο ως συνύπαρξη. Το “υπείροχον” δεν εξαντλούνταν στην στεγνή πνευματική απόλαυση, αλλά στην έμπρακτη προσφορά και συμμετοχή στα προβλήματα της κοινωνίας, της ανθρωπότητας ολόκληρης. Δεν μιλάμε για μια μόρφωση αγοραία, αλλά για μια μόρφωση ανάλογη με αυτή της αρχαίας αγοράς,  όπου ο λόγος του πολίτη ήταν η δύναμή του και δεν εξαντλούνταν στην ατέρμονη φλυαρία και κενολογία αλλά στην έμπρακτη  θεραπεία των κοινών ζητημάτων. Ο πνευματικός άνθρωπος συντονιζόταν με τους κραδασμούς της κοινωνίας, τους απορροφούσε και επεξεργαζόταν λύσεις χωρίς να υπολογίζει προσωπικό ή πολιτικό κόστος. Ό,τι διέλυε τα σκοτάδια της κοινωνίας ήταν το φως από την κατανάλωση της δικής του ψυχής, της δικής του πνευματικής καταπόνησης προς εύρεσιν λύσεων συμβατών με την ανθρώπινη αξία και υπόσταση.

Η Θεμελιακή Θουκυδίδεια αντίθεση λόγω – έργω εφαρμόστηκε για τη σχολαστική καταβύθιση στις πηγές  των φαινομένων που ταλάνιζαν την ανθρωπότητα και την μετάγγιση αυτής της ανόθευτης γνώσης, αυτού του αποστάγματος σοφίας, σε όλους όσους ήθελαν να την κοινωνήσουν, να την εγκολπωθούν, να τη διαιωνίσουν ή να την αμφισβητήσουν πατώντας πάνω σε νέα δεδομένα. Αυτή η ζύμωση η πνευματική στάθηκε το γόνιμο έδαφος για να ανθίσει η ελεύθερη σκέψη, να δυναμώσει η Δημοκρατία. Ήταν οι άνθρωποι που έριξαν σπόρους πολιτισμού, ώστε η πνευματική συγκομιδή μας να είναι πλούσια, για να μην πιαστούμε στα βρόχια καιρών πονηρών, να μείνουμε ορθοί και ακέραιοι τιμώντας τη βαριά κληρονομιά μας. Το φορτίο βαρύ και δυσανάλογη η ανταπόκριση.

H διανόηση  έχει ακολουθήσει στις μέρες μας μια εκτυφλωτικά εκφυλιστική πορεία. Οι πνευματικοί άνθρωποι μέσα σε αυτή την πλημμυρίδα της ευτέλειας παρέκκλιναν της πορείας τους. Ριψάσπιδες στην πλειοψηφία τους  και ανερμάτιστοι διεκδίκησαν τη δόξα στην εκκωφαντική απόσυρση με όλο το τίμημα των ενοχών- ή μήπως όχι; – που συνοδεύει ένα τέτοιο διάβημα, αλλά και στην εκποίηση του χρέους να στέκουν αποκαλυπτικοί έναντι φαινομένων εκμαυλιστικών  της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Τα σημεία των καιρών δεν έχουν αντιπάλους. Στέκουν θριαμβευτικά μόνα εμπαίζοντάς μας κάθε φορά που ένας πνευματικός άνθρωπος της τότε εποχής, ένας πραγματικά υπέροχος,  εγκαταλείπει  τα γήινα φωτίζοντας άλλους ουρανούς. Κι εμείς προσπερνάμε το κενό και συνεχίζουμε την περιδιάβασή μας ανυποψίαστοι, απροβλημάτιστοι,   χωρίς τίποτα πια να “σκίζει τις θολές γραμμές των οριζόντων και να ταξιδεύει αδιάκοπα την ατέλειωτη γη”…

 

Προηγούμενο άρθροΝεοελληνική Γλώσσα & Λογοτεχνία Γ´ Λυκείου: Επιτυχής μεταμόσχευση πνεύμονα(Κριτήριο αξιολόγησης)
Επόμενο άρθροΛατινικά Γ´ Λυκείου:  Κείμενα 24, 25, 27 (Κριτήριο αξιολόγησης)
Νικολέτα Θάνου
Είμαι πτυχιούχος του Τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ. Ιδιωτεύω ως εκπαιδευτικός από το 1998.Με χαρακτηρίζει η αφοσίωση στη δουλειά μου και στην οικογένειά μου. Διαβάζω πολύ, κυρίως ελληνική και ξένη λογοτεχνία ενώ παρακολουθώ με ενδιαφέρον και την ελληνική αρθρογραφία. Αγαπημένος μου συγγραφέας ο Νίκος Καζαντζάκης. Θαυμάζω οποιαδήποτε μορφή Τέχνης και λατρεύω τα ταξίδια. Και τα δύο, κατά τη γνώμη μου, επιδρούν στην προσωπικότητα θετικά και διαμορφώνουν χαρακτήρα, αποτελώντας προεκτάσεις μιας πολυδιάστατης μόρφωσης. Ο αρχαιοελληνικός κόσμος με γοητεύει, γιατί αντλούμε από αυτόν και τους άξιους εκπροσώπους του πρότυπα ζωής και συμπεριφοράς, που δυστυχώς στις μέρες μας έχουν εκλείψει. Πρόσφατα συμπεριλήφθηκα στους συνεργάτες της ηλεκτρονικής εφημερίδας της Ημαθίας "Φαρέτρα"

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.