Χρήστος Κ. Τσαγγάλης
Η σημερινή επιφυλλίδα είναι αφιερωμένη στον δεύτερο σημαντικό γενεαλογικό ποιητή του αρχαϊκού έπους, τον Άσιο από τη Σάμο. Οι γνώσεις μας για τον βίο του Άσιου περιορίζονται σε κάποιες λίγες πληροφορίες για την καταγωγή του. Ήταν Σάμιος (σε αυτό συμφωνούν όλες οι πηγές μας) και ο πατέρας του ονομαζόταν Αμφιπτόλεμος. Δεδομένου του ότι η λέξη Αμφιπόλεμος (χωρίς το συμφωνικό σύμπλεγμα -πτ- που εμφανίζεται συχνά σε ποιητικά κείμενα σε ιωνική διάλεκτο) θα ήταν ακατάλληλη για τον δακτυλικό εξάμετρο, υποστηρίχθηκε η άποψη πως το όνομα Αμφιπτόλεμος προέρχεται από κάποιο ποιητικό απόσπασμα από το ίδιο το έργο του Άσιου, ίσως με τη μορφή μιας σφραγίδος (της εγκιβωτισμένης δηλαδή στο ποιητικό κείμενο δήλωσης της συγγραφικής πατρότητας).
Εκτός από γενεαλογική ποίηση σε δακτυλικό εξάμετρο ο Άσιος έγραψε και ελεγεία, από την οποία μας σώζεται μόνο ένα αινιγματικό απόσπασμα σε τέσσερις στίχους. Το γενεαλογικό έπος που αναμφισβήτητα προέρχεται από το χέρι του Άσιου αφορούσε τη μυθική ιστορία του γενέθλιου τόπου του, της Σάμου, καθώς και διάφορα μέρη της ηπειρωτικής Ελλάδας, όπως τη Βοιωτία, τη Φωκίδα, την Αιτωλία, τη Πελοπόννησο και την Αττική. Αμφιβολίες παραμένουν αναφορικά με το αν ο Άσιος συνέθεσε και παρωδική ποίηση σε δακτυλικό εξάμετρο του τύπου που γνωρίζουμε από τον Μαργίτη. Αυτή ήταν η προσέγγιση ορισμένων φιλολόγων του 19ου αιώνα επί τη βάσει ενός και μοναδικού αποσπάσματος που –υποτίθεται- περιλαμβάνει κωμικά στοιχεία και ποικίλους αττικισμούς. Ωστόσο, η εξαγωγή ενός τέτοιου συμπεράσματος μοιάζει παρακινδυνευμένη όχι μόνο λόγω της έλλειψης άλλων πληροφοριών σχετικά με αυτό το θέμα αλλά και εξαιτίας της αμφισβήτησης της ύπαρξης των προαναφερθέντων κωμικών στοιχείων.
Όπως συμβαίνει με την περίπτωση του Κιναίθωνα, έτσι και με την απόδοση ενός ποιήματος με τον τίτλο Γενεαλογίες (Γενεαλογίαι/Γενεηλογίαι) στον Άσιο στηρίζεται αποκλειστικά στη χρήση του ρήματος γενεαλογείν από τον Παυσανία για μία και μοναδική φορά. Καθώς η πληροφορία αυτή εμπεριέχεται σε ένα χωρίο στο οποίο η ποίηση του Άσιου εντάσσεται στην ίδια κατηγορία με τις Ηοίες (που είναι κατεξοχήν γενεαλογικό έπος), την ποίηση του Κιναίθωνα και τα Ναυπάκτια έπη, τότε όλα αυτά ποιήματα πρέπει να θεωρηθούν γενεαλογικά. Σύμφωνα πάντοτε με την ίδια επιχειρηματολογία, εφόσον ο Παυσανίας δίνει τα ονόματα δύο μόνο εκ των τεσσάρων επών που ανήκουν στη γενεαλογική ποίηση (αναφέρομαι στις Ηοίες και τα Ναυπάκτια έπη), τότε η μη δήλωση σαφούς τίτλου για τα άλλα δύο ποιήματα (του Κιναίθωνα και του Άσιου) πρέπει να οφείλεται στο ότι προσδιορίζονταν (ή και επιγράφονταν) με βάση τον τεχνικό όρο που περιγράφει το περιεχόμενό τους, δηλαδή το ρήμα γενεαλογείν. Η πιθανότητα ο Παυσανίας να ήξερε το περιεχόμενό τους αλλά όχι τον τίτλο τους είναι εξαιρετικά περιορισμένη. Αντιθέτως, ο τίτλος Γενεαλογίες είναι συχνός για ποικίλα ποιητικά και πεζά έργα. Αν και μπορεί να δηλώνει τόσο θεϊκές όσο και ηρωικές γενεαλογίες, μπορούμε με σχετική ασφάλεια να δεχθούμε ότι το έπος του Άσιου αφορούσε τον κόσμο των ηρώων.
Από τα 13 σωζόμενα αποσπάσματα, τα 9 παραδίδονται από τον Παυσανία. Από ένα μας διασώζουν ο Στράβωνας, ο Απολλόδωρος, τα σχόλια στην Οδύσσεια και ο Αθήναιος. Δεν αποκλείεται ο Παυσανίας, που είναι σαφώς η καλύτερη πηγή μας για την ποίηση του Άσιου, να είχε άμεση γνώση τμημάτων του έπους του Σάμιου ποιητή. Η χρήση του ρήματος επελεξάμην (διάβασα) και το γεγονός ότι δεν αναφέρει κάποια ενδιάμεση πηγή, όπως κάνει σε άλλες περιπτώσεις ο ίδιος ή όπως κάνουν ο Στράβωνας και ο Αθήναιος που αντλούν το υλικό τους ο πρώτος από τον Αντίοχο και ο δεύτερος από τον Δούρη, ενισχύει αυτή την υπόθεση.
Το γενεαλογικό εύρος του έπους του Άσιου πρέπει να ήταν αρκετά μεγάλο, καθώς το ποίημα περιλάμβανε πολλούς ήρωες που ανήκουν σε διαφορετικούς μυθικούς κύκλους. Η γεωγραφική διασπορά των σχετικών αναφορών ίσως δίνει την εντύπωση ότι η οργάνωση του υλικού στηριζόταν σε δύο αρχές, μια γεωγραφική και μια γενεαλογική, εκ των οποίων η πρώτη διαμόρφωνε μεγάλες ενότητες του ποιήματος, ενώ η δεύτερη λειτουργούσε ως εσωτερικός ταξινομητικός μηχανισμός μέσα στις επιμέρους ενότητες. Ο Κατάλογος των Πλοίων στο Β της Ιλιάδας και ο ψευδο-ησιόδειος Γυναικών Κατάλογος αποτελούν μάρτυρες αυτής της πρακτικής. Από την άλλη μεριά, θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι οι ενότητες που είναι αφιερωμένες στη Βοιωτία, στη Φωκίδα, στην Αιτωλία, στην Αρκαδία, στη Λακεδαίμονα και στη Σικυώνα απηχούν σύγχρονες φιλολογικές αρχές κατάταξης του σχετικού υλικού που υιοθετούνται στις στερεότυπες εκδόσεις της εποχής μας. Προϋποθέτουν δηλαδή μεθοδολογικές παραδοχές που είναι αμφίβολο ότι ίσχυαν για το αρχαϊκό έπος γενεαλογικού τύπου. Ο κίνδυνος ενός ταξινομητικού αναχρονισμού είναι πάντοτε υπαρκτός. Υπό αυτό το πρίσμα, η προαναφερθείσα κατάταξη πρέπει να αντιμετωπισθεί με επιφύλαξη: αποτυπώνει μια δυνατότητα, δεν εξυπηρετεί μια ανάγκη. Στην ενότητα της Βοιωτίας ο Άσιος ασχολούνταν με την ιστορία της Αντιόπης και τους απογόνους της, με τη Μελανίππη, τον επώνυμο ήρωα Πτώο και την νέα γενεαλογία της Αλκμήνης, η οποία παρουσιαζόταν ως κόρη του Αμφιάραου και της Εριφύλης. Στην ενότητα της Φωκίδας ανήκουν ο Φώκος, ο πατέρας των Φωκέων, ενώ η επόμενη ενότητα της Αιτωλίας περιλάμβανε τους απογόνους του Πλευρώνα και του Οινέα. Η Αρκαδική ενότητα αναφερόταν στον πατέρα των Αρκάδων Πελασγό, στην ιστορία της Καλλιστώς, ενώ η ενότητα της Λακεδαίμονας έδινε πληροφορίες για τις κόρες του Ικάριου. Ο επώνυμος ήρωας Σικυών παρουσιαζόταν στην ενότητα της Σικυώνας.
Ποια η εικόνα που μπορούμε να σχηματίσουμε αναφορικά με το ύφος του έργου; Καθώς η προέλευση των περισσότερων ηρώων ανήκει σε διαφορετικούς μυθικούς κύκλους, πράγμα που σημαίνει ότι το εύρος του ποιήματος ήταν μεγάλο, δεν αποκλείεται να περιλάμβανε εκτός από καταλόγους και λόγους που εκφωνούσαν κάποια πρόσωπα, ίσως στα συμφραζόμενα μικρών επεισοδίων. Αν πιέσουμε λίγο ακόμα το διαθέσιμο υλικό, τότε φαίνεται πως η εστίαση αφορούσε κυρίως γυναίκες και ήταν μητρογραμμική, με τη μητέρα να τοποθετείται στο κέντρο της αναπαραγωγικής διαδικασίας. Πρόκειται για ένα στοιχείο που χαρακτηρίζει και τον Γυναικών Κατάλογο και παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Παρά ταύτα θα ήταν παρακινδυνευμένο να εξαγάγουμε κάποια συμπέρασμα, καθώς δεν γνωρίζουμε κατά πόσο η αρχή αυτή όντως διέτρεχε όλο το έπος του Άσιου.
Η χρονολόγηση Γενεαλογιών του Άσιου πρέπει να τοποθετηθεί στον 6ο αιώνα π.Χ. Το συμπέρασμα αυτό στηρίζεται στη συνδυαστική αξιοποίηση των ακόλουθων στοιχείων: (α) Αν υιοθετηθεί η άποψη του M. L. West για τη χρονολόγηση του Γυναικών Καταλόγου τον 6ο αι. π.Χ., τότε η συμπαράθεση και συνεξέταση από τον Παυσανία των Ηοιών, των Ναυπάκτιων επών και των Γενεαλογιών του Κιναίθωνα και του Άσιου αναφορικά με τον εντοπισμό των ονομάτων των υιών του Πολυκάονα από τη Μεσσήνη, αποκαλύπτει ότι ο Παυσανίας θεωρούσε τα έπη αυτά ως ανήκοντα στο ίδιο χρονικό πλαίσιο. Άρα ο 6ος αιώνας π.Χ. είναι πιθανός για την χρονολόγηση και του έργου του Άσιου. (β) Ιστορικού τύπου κριτήρια επίσης δείχνουν προς την ίδια περίοδο. Ο Huxley υποστήριξε ότι πολλά στοιχεία της ποίησης του Άσιου απηχούν Σαμιακές διεκδικήσεις έναντι της νότιας Ιωνίας, ότι ο ποιητής ενδιαφέρεται για τις Σπαρτιατικές γενεαλογίες, το Θηβαϊκό παρελθόν και την πόλη της Σικυώνας που η ακμή της εντοπίζεται στο πρώτο ήμισυ του 6ου αιώνα π.Χ., όταν βρισκόταν υπό τον έλεγχο του τυράννου Κλεισθένη. Τα στοιχεία αυτά, σε συνδυασμό με την αναφορά σε μυθικά πρόσωπα της περιοχής της Φωκίδας (Πανωπεύς, Κρίσα) που μπορεί να σχετίζονται με γνωστές πολιτικές εντάσεις του 6ου αιώνα, ταιριάζουν στην προαναφερθείσα χρονολόγηση. Το ίδιο μπορεί να συμβαίνει και με ένα υποβόσκον αίσθημα εναντίον του Άργους, που απηχείται στην καινοτόμο γενεαλογία της Αλκμήνης, όπως και σε μια σχετική προβολή της Σικυώνας που κατά την τυραννία του Κλεισθένη βρέθηκε σε αντιπαράθεση με το Άργος. Με αυτή την ερμηνεία συνάδει και η απόρριψη του Αργείτικου μύθου του Φορωνέα ως πρώτου ανθρώπου και η αντικατάστασή του από τον Αρκάδα Πελασγό. Με βάση τα στοιχεία αυτά μια χορνολόγηση ανάμεσα στο 590 και το 540 π.Χ. είναι πιθανή.
Τελειώνω με ένα μεταφρασμένο δείγμα, το καλύτερα σωζόμενο, από την ποίηση του Άσιου, δυστυχώς όχι από τις Γενεαλογίες αλλά από κάποιο άλλο άγνωστο ποίημα σε δακτυλικό εξάμετρο, προκειμένου να έχουν οι αναγνώστες μια εικόνα της ποιητικής του ικανότητας. Οι παρατιθέμενοι στίχοι αναφέρονται στου Σάμιους που προχωρούν σε πομπή προς το ιερό της Ήρας στη Σάμο:
Έτσι συνήθιζαν να προχωρούν, με τα μαλλιά τους καλοχτενισμένα, / προς το ιερό της Ήρας, με όμορφα ενδύματα ντυμένοι, / με ολόλευκους σαν το χιόνι χιτώνες καλύπτοντας το έδαφος της πλατιάς γης. / Χρυσές αγκράφες στο σχήμα του τζίτζικα τα συγκρατούσαν. / Τα μαλλιά τους ανέμιζαν στον άνεμο πιασμένα με χρυσές πόρπες / και είχαν καλοσκαλισμένα βραχιόλια γύρω από τους βραχίονες. [Έτσι βάδιζαν], όπως ένας πολεμιστής υπό την προστασία της ασπίδας του.
Ο Χρήστος Κ. Τσαγγάλης είναι Καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και Διευθυντής του Τομέα Κλασικών Σπουδών
Email: xristos.tsangalis@gmail.com
Δημοσιεύτηκε στη ΜτΚ (14.5.2017)