Του Δημήτρη Χρυσόπουλου, Φιλόλογου
Σήμερα αποφάσισα να ξεφύγω λίγο από τα τετριμμένα περί Πανελληνίων και να ασχοληθώ με κάτι που σίγουρα απασχολεί τους γονείς σε αρκετές φάσεις κατά τη διάρκεια των μαθητικών χρόνων των παιδιών τους. Και για να μην μακρηγορώ αναφέρομαι στη δύσκολη ερώτηση που συνηθίζουν να κάνουν οι περισσότεροι γονείς: «Αραγε έχω διαλέξει τον σωστό εκπαιδευτικό για το παιδί μου;». Περίπλοκο ερώτημα, όσο και αν εκ πρώτης όψεως φαντάζει εύκολο για απάντηση, και για το λόγο αυτό θα επιχειρήσουμε να παραθέσουμε ορισμένα από εκείνα τα χαρακτηριστικά που οφείλει να έχει ο σύγχρονος εκπαιδευτικός ώστε να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα για όλες τις πλευρές, το οποίο φυσικά διαφέρει από μαθητή σε μαθητή, από οικογένεια σε οικογένεια και σε συνδυασμό πάντα με τις ιδιαίτερες συνθήκες που μπορεί να επικρατούν.
Ο εκπαιδευτικός πρέπει να πείσει τους μαθητές και τους γονείς με την όλη του συμπεριφορά και με την όλη του πνευματική και παιδαγωγική πανοπλία. Κι αυτή η πειθώ είναι το δύσκολο σημείο της όλης υπόθεσης, διότι το «αυτός έφα» ανήκει στο παρελθόν. Σήμερα χρειαζόμαστε επιχειρήματα. Για το λόγο αυτό ο σημερινός εκπαιδευτικός καλείται να αναλάβει ένα ρόλο σε μια δύσκολη στιγμή. Για να ανταποκριθεί ο δάσκαλος στο δύσκολο έργο του σήμερα απαιτείται να είναι ολοκληρωμένος άνθρωπος, θετικός παρατηρητής και ερμηνευτής των γεγονότων και ουσιαστικός και απροκατάληπτος μορφωτής.
Χρειάζεται λοιπόν επίμονη παρακολούθηση των παιδολογικών επιστημών και προοδευτική αρτίωση της γενικής καλλιέργειας του δασκάλου, για να μπορέσει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τη σύγχρονη σχολική πραγματικότητα, να αποβεί ενσαρκωτής ιδανικών πολιτισμού και ανθρωπισμού, να οδηγήσει φυσικά και αβίαστα στο βιολογικό ωρίμασμα του ατόμου με γνωστική περιέργεια. Χρειάζεται από μέρους του έρευνα και διάγνωση της παιδικής νοοτροπίας του καιρού μας, των ενδιαφερόντων, των αναγκών και ροπών του νέου ανθρώπου.
Με την αδιάκοπη λοιπόν μελέτη του και τις συνεχείς επιμορφώσεις του πρέπει ασταμάτητα να διευρύνει τους πνευματικούς του ορίζοντες για να καταφέρει να ξεφύγει από τη ρουτίνα που βασανίζει άλλους υπαλλήλους. Είναι λάθος ν’ ασκεί τη διδασκαλία όπως ο δικός του δάσκαλος παλαιότερα. Τη θεωρία που είναι αποταμιευμένη στα βιβλία, να την ξεπεράσει. Να την κάνει πράξη ανανεωτική, ευεργετική και απολυτρωτική στη σχολική του πρακτική. Η διδασκαλία χρειάζεται ψυχή, χρειάζεται προσωπικότητα, για να μπορούν να σε νιώσουν και να βγαίνουν οι μαθητές σου πλουσιότεροι σε γνώσεις και καλύτεροι ως άνθρωποι, αυτή είναι η προϋπόθεση. Ο δάσκαλος δεν είναι διεκπεραιωτής εγγράφων, δεν κάθεται σε μια καρέκλα ενός γραφείου, αντίθετα είναι δημιουργός ανθρώπων και κοινωνίας. Ο δάσκαλος δεν είναι ένας ξηρός επαγγελματίας, έχει απέναντί του καθημερινά μάτια άδολα, αθώα, αγνά, γεμάτα απορία και ψυχές που αναζητούν την αλήθεια. Είναι ψυχοπλάστης.
Στο σημείο αυτό, βέβαια, θα ήταν παράλειψη να μην τονίσουμε ότι το σχολείο, ανοικτό στις εξελίξεις και στις προκλήσεις της σύγχρονης εποχής, στελεχωμένο με εκπαιδευτικούς παιδαγωγικά και διδακτικά άρτια καταρτισμένους, μπορεί να ξεπεράσει την κρίση και τα προβλήματα που το χαρακτηρίζουν και με μακροπρόθεσμο, ορθολογικό εκπαιδευτικό προγραμματισμό να αναβαθμιστεί ουσιαστικά. Βέβαια, ένας άρτια επιστημονικά και παιδαγωγικά εκπαιδευτικός δεν αρκεί για να μετατρέψει μόνος του ένα σχολείο από μη αποτελεσματικό σε αποτελεσματικό, ο κάθε εμπλεκόμενος στη σχολική μονάδα έχει ένα ρόλο σημαντικό να επιτελέσει, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα όλων των όψεων του συστήματος.
Συμπερασματικά ο σωστός εκπαιδευτικός πρέπει να είναι ένας δάσκαλος που δεν επαναπαύεται, που δε λειτουργεί μηχανικά, που «ψάχνεται», θεωρώντας καθήκον του όχι να διδάξει απλά, αλλά να κάνει τα παιδιά να ενδιαφερθούν για το μάθημα, ώστε να θελήσουν να το μάθουν. Σε κάθε περίπτωση λοιπόν και επειδή οι εποχές αλλάζουν, για να καταφέρουμε όλοι μας να ανταπεξέλθουμε στις δύσκολες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί οφείλουμε να μπορούμε να προσαρμοζόμαστε αναλόγως.