Καθηγητές, έφηβοι και γονείς…
Του Δημήτρη Χρυσόπουλου, Φιλόλογου – Ιστορικού
Η περίοδος της εφηβείας αποτελεί μια διαδικασία, μέσα από την οποία, το άτομο θα μεταβεί σε επόμενο εξελικτικό στάδιο. Όσο δύσκολη και αν φαντάζει ή και αν είναι ακόμα, αποτελεί απαραίτητο και κρίσιμο στάδιο για την εξέλιξή του, τη συναισθηματική, ψυχική και προσωπική του ισορροπία. Κάθε εξελικτικό στάδιο στοχεύει στην επίτευξη συγκεκριμένων διεργασιών και στην ομαλή μετάβαση του ατόμου σε επόμενη φάση. Πρόκειται δηλαδή για μια φυσιολογική κατάσταση που μπορεί να προσφέρει πλούτο εμπειριών, ανάπτυξη δεξιοτήτων, δημιουργία αξιών και ποιότητα ζωής – εφόδια που θα συντροφεύουν το άτομο στη πορεία της ζωής του.
Αποτελεί κοινό τόπο η άποψη ότι όσο περισσότερο η κοινωνία αποτυγχάνει να ανταποκριθεί στα προβλήματα των νέων, τόσο η ευθύνη για την ανάπτυξη της προσωπικότητας πέφτει στα σχολεία. Αυτό δημιουργεί επιπλέον άγχος και επιβάρυνση των δασκάλων, μια και το σχολείο αναγκαστικά ακολουθεί τις κοινωνικές νόρμες. Ιδιαίτερα στη σύγχρονη εποχή, που η οικογένεια δεν παίζει στον ίδιο βαθμό τον υποστηρικτικό και θεραπευτικό ρόλο που είχε στο παρελθόν, το σχολείο θα μπορούσε να καλύπτει το παραπάνω κενό, βοηθώντας και στηρίζοντας, τόσο εκείνους τους εφήβους που λόγω ιδιοσυγκρασιακών και περιβαλλοντικών παραγόντων παρουσιάζουν ιδιαίτερη ευπάθεια και προδιάθεση στην ψυχοπαθολογία, όσο και τον μέσο έφηβο που αντικειμενικά περνάει μια δύσκολη περίοδο στη ζωή του.
Οι περισσότεροι ενήλικες ταυτίζουν το σχολείο κυρίως με την επίδοση στα μαθήματα και δη στους βαθμούς. Ωστόσο, έτσι παραβλέπεται η εξίσου σπουδαία «δουλειά» του σχολείου που σχετίζεται με την κοινωνικοποίηση των εφήβων. Το σχολικό περιβάλλον συμβάλλει όχι μόνο στην ακαδημαϊκή πορεία του παιδιού, αλλά και στην απόκτηση κοινωνικών δεξιοτήτων.
Κατά τη διάρκεια της εφηβείας διαμορφώνεται ένα βασικό τρίγωνο, με την προσωπικότητα του εφήβου στο κέντρο. Κορυφές αυτού του τριγώνου είναι το σχολείο (καθηγητές, συμμαθητές, μαθήματα), η οικογένεια (γονείς, αδέλφια) και οι φίλοι (φλερτ, παρέες). Καθεμία από αυτές τις «κορυφές» μπορεί να επηρεάσει είτε θετικά είτε αρνητικά τις άλλες δύο και φυσικά μπορεί να ασκήσει δραστική επίδραση στο «κέντρο», δηλαδή στη δομή της προσωπικότητας του παιδιού. Αν, για παράδειγμα, υπάρχει ένα πρόβλημα στην οικογένεια, είναι πολύ πιθανό να επηρεαστεί αρνητικά τόσο η επίδοση στο σχολείο όσο και οι προσωπικές σχέσεις του παιδιού.
Ο ρόλος του καθηγητή – παιδαγωγού
Στην εφηβεία τα παιδιά ξεκινούν να αμφισβητούν το σύστημα και τις αξίες. Ο ρόλος του καθηγητή – παιδαγωγού στην προκειμένη περίπτωση είναι να προσεγγίσει τον έφηβο, να δημιουργήσει μία σχέση μαζί του και να τον ενισχύσει για να συνεχίσει δυναμικά την επίτευξη των στόχων του. Διαφορετικά, όταν δημιουργηθεί μία αμοιβαία αμφισβήτηση και σύγκρουση μεταξύ του εφήβου και του καθηγητή, αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αρνητική του διάθεση για το σχολείο αλλά και άλλες ψυχοπαθολογικές καταστάσεις (συμπτώματα άγχους, κατάθλιψης).
Το σχολείο αποτελεί το περιβάλλον στο οποίο ο έφηβος περνάει τον περισσότερο χρόνο του, εκτός οικογένειας. Ένα υγιές σχολικό περιβάλλον μπορεί να αποτελέσει προστατευτικό παράγοντα για την ανάπτυξη και τη διαμόρφωση της προσωπικότητας του εφήβου, ενώ αντίθετα ένα προβληματικό σχολικό περιβάλλον μπορεί να οδηγήσει σε χαμηλή ικανοποίηση από τη ζωή, στην εκδήλωση ψυχοσωματικών συμπτωμάτων και στην εμπλοκή του εφήβου σε συμπεριφορές κινδύνου, όπως η χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών.
Το θετικό σχολικό περιβάλλον δεν αντανακλά μόνο στην εκπαιδευτική διαδικασία, αλλά κυρίως στις σχέσεις που αναπτύσσονται τόσο μεταξύ των εφήβων με τους συμμαθητές τους, όσο και με τους εκπαιδευτικούς. Οι καθηγητές – παιδαγωγοί πρέπει να περνούν αρκετό χρόνο με τους μαθητές έτσι ώστε αυτό να τους δώσει το πλεονέκτημα και την ευκαιρία να τους μιλήσουν για τις αξίες, την υπευθυνότητα, αλλά και να ακούσουν οι ίδιοι τους προβληματισμούς και τα άγχη τους. Μέσω αυτής της επικοινωνίας θα βοηθήσουν τους έφηβους να κατακτήσουν τους στόχους τους.
Παράλληλα θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθεί ότι ο έφηβος προσδοκά από τον δάσκαλο παράδειγμα για να ακολουθήσει, πρότυπο για να ταυτιστεί, καθοδήγηση με σεβασμό στην ατομικότητα, ερεθίσματα γνώσης και διαπαιδαγώγησης, διδαχή αρχών και τρόπο οργάνωσης σκέψης, συναισθηματική συμμετοχή, αποδοχή, φιλικότητα και κατανόηση δίχως κατάργηση ρόλων και ορίων. Έτσι λοιπόν ο δάσκαλος γίνεται η πηγή της γνώσης, το αντικείμενο θαυμασμού και φθόνου, ο καλοπροαίρετος κριτής και η μορφή κύρους που θα συντροφεύσει τον έφηβο στην ανάπτυξή του. Είναι αναγκαία, λοιπόν, η άρση της τάσης μόνωσης μεταξύ του σχολείου και της οικογένειας με σεβασμό στην προσωπικότητα του εφήβου, καθώς και η θέσπιση σαφών κανόνων και ορίων στην εκπαιδευτική σχέση. Ο υγιής έφηβος τείνει να υπακούσει στο φανερό, ενώ ο ανασφαλής στο κρυφό μήνυμα.
Συμπερασματικά η στάση γονέων και εκπαιδευτικών απέναντι στην εφηβεία των παιδιών αντίστοιχα δεν μπορεί να είναι ομοιόμορφη, πολύ απλά γιατί κάθε έφηβος είναι ξεχωριστή περίπτωση. Όταν όμως οι καθηγητές είναι διαθέσιμοι και ανοιχτοί σε επικοινωνία με τον έφηβο, τότε εκείνος νιώθει ότι μπορεί να ακουστεί. Αλλά και οι ίδιοι οι γονείς μπορούν να του εκφράσουν τις σκέψεις τους για κάποια συμπεριφορά του. Σίγουρα η δυνατότητα να διατυπώσει τη δική του οπτική μπορεί να διευκολύνει την κατάσταση, ακόμα και να δράσει καταλυτικά στη μεταξύ τους επικοινωνία…