Χρέος του εκπαιδευτικού είναι να παραμένει πρωτοπόρος και όχι ουραγός της εξέλιξης
Ο εκπαιδευτικός φέρει την αποκλειστική ευθύνη εφαρμογής της τηλεκπαίδευσης στο δημόσιο σχολείο. Με δικό του εξοπλισμό τοποθετημένο σε κατάλληλο σημείο, ώστε να μεταδίδεται εικόνα μόνο από τον ίδιο και μόνο από την ώρα της παράδοσης. Όχι όμως και από την ώρα της εξέτασης, τις στιγμές που μαθητής ή μαθήτρια σηκώνεται στον πίνακα ή όποια άλλη στιγμή κρίνει αναγκαίο ο εκπαιδευτικός να διακόψει τη μετάδοση. Ο εκπαιδευτικός που, μετά τα εκπαιδευτικά και σκηνοθετικά του καθήκοντα, επιφορτίζεται και με αρμοδιότητες αστυνομικές. Να διασφαλίσει ότι το μάθημα δεν καταγράφεται και να ελέγχει ποιος μπαινοβγαίνει στην ψηφιακή του τάξη. Κάπως έτσι θα λειτουργεί εν ολίγοις η τηλεκπαίδευση στο δημόσιο σχολείο. Όπως ορίζεται στην πρόσφατη εγκύκλιο του υπουργείου από 17 Μαΐου. Αν λάβουμε υπόψη και τις τελευταίες δηλώσεις της υπουργού, όλο αυτό που προβάλλεται ως τηλεκπαίδευση τελικά δεν θα είναι καν υποχρεωτικό. Θα είναι προαιρετικό. Αν θέλει ο εκπαιδευτικός, θα το εφαρμόζει. Αν δεν θέλει, δεν θα το εφαρμόζει.
Η Ελληνική Πολιτεία, υπό την αγαστή σύμπραξη του εκπαιδευτικού κινήματος που σήμερα φωνάζει «όχι στις κάμερες», κάνει πάλι αυτό που ξέρει να κάνει καλύτερα. Μια δουλειά που μένει μισή. Θεσπίζει μια τηλεκπαίδευση που δεν είναι κανονική τηλεκπαίδευση. Αλλά μια τρύπα στο νερό. Ένα πράγμα που στην πραγματικότητα δεν είναι εφαρμόσιμο. Αλλά χρήσιμο ως νομιμοφανές πρόσχημα για ένα αβέβαιο μέλλον, κατά το οποίο το κράτος είναι πιθανό να ξανακλείσει τα σχολεία. Διασφαλίζοντας όμως παράλληλα και τα βασικά εργασιακά δικαιώματα των εκπαιδευτικών που διαθέτουν συνδικαλιστική δύναμη αρκετά ισχυρή, για να είναι υπολογίσιμη από οποιαδήποτε πολιτική ηγεσία. Τόσο ισχυρή που ποτέ στο παρελθόν επί Μεταπολίτευσης δεν πέρασε εκπαιδευτική μεταρρύθμιση χωρίς τη συναίνεση των λειτουργών της Εκπαίδευσης.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και σήμερα. Η ιστορία επαναλαμβάνεται. Η Ελληνική Πολιτεία, υπό το καθεστώς των άκαμπτων και αντιπαραγωγικών πιέσεων, θεσπίζει μια τηλεκπαίδευση που δεν είναι λειτουργική. Αλλά δεν είναι ούτε ολοκληρωμένη. Λειτουργική δεν είναι, διότι υποχρεώνει τον εκπαιδευτικό να βγάλει μόνος του τα κάστανα από τη φωτιά. Να κάνει διαδικτυακό μάθημα χωρίς κατάλληλο εξοπλισμό, χωρίς ειδική εκπαίδευση, χωρίς εμπειρία και χωρίς λογισμικά. Χωρίς να λαμβάνεται καν υπόψη αν το σήμα του σχολικού wi-fi θα φτάνει μέχρι την τάξη του. Και χωρίς να λαμβάνεται υπόψη αν οι μαθητές του διαθέτουν εξοπλισμό και διαδίκτυο κατάλληλα για τηλεκπαίδευση. Ενώ ολοκληρωμένη δεν είναι, διότι, ακόμα και όταν εφαρμόζεται, δεν θα επιτρέπει στον τηλεκπαιδευόμενο μαθητή να νιώθει ισότιμο μέλος μιας σχολικής διαδικασίας. Ενδεχομένως δεν θα του επιτρέπει καν να παρακολουθεί το μάθημα. Καθότι υπό το βάρος της ανάγκης προστασίας των υποτιθέμενων προσωπικών δεδομένων θα βρίσκεται συχνά στη δυσάρεστη θέση να «διώκεται» από τη διαδικτυακή τάξη, κάθε φορά που ένας συμμαθητής του από τη φυσική τάξη θα μιλάει ή θα σηκώνεται στον πίνακα. Ή κάθε φορά που ο εκπαιδευτικός θα νιώθει την υποχρέωση να διακόψει τη μετάδοση για κάποιο λόγο.
Νιώθω ότι ζούμε ένα ιστορικό μεταίχμιο. Μια σημαντική στιγμή για την Εκπαίδευσή μας. Μια περίοδο που κάποτε, μετά από χρόνια, θα την θυμόμαστε και θα λέμε «Χάθηκε μια μεγάλη ευκαιρία τότε. Μακάρι τα πράγματα να ήταν διαφορετικά». Μακάρι να είχαμε σήμερα ένα υπουργείο Παιδείας περισσότερο τολμηρό, προσεκτικό και αποτελεσματικό σε κρίσιμους τομείς της εκπαιδευτικής μας πραγματικότητας. Μακάρι να είχαμε και έναν εκπαιδευτικό συνδικαλισμό περισσότερο ανοιχτόμυαλο και προσιτό σε εξελίξεις που μπορούν να φέρουν πολλά θετικά στην Εκπαίδευση, στη νεολαία και στη χώρα γενικότερα. Διότι η μέθοδος της τηλεκπαίδευσης δεν αποτελεί μια απλή μέθοδο διδασκαλίας. Αποτελεί μια πραγματική επανάσταση. Το παρόν και το μέλλον της Εκπαίδευσης σε ολόκληρο τον ανεπτυγμένο κόσμο. Το να αρνούμαστε σήμερα την τηλεκπαίδευση σημαίνει ότι αρνούμαστε τρία συγκεκριμένα πράγματα. Αρνούμαστε το συμφέρον της χώρας που μπορεί και πρέπει να στηριχθεί στη σύγχρονη τεχνολογία. Αρνούμαστε να προσεγγίσουμε τη νέα γενιά, η οποία στους τομείς της εξέλιξης κινείται με βήματα ταχύτερα από τα βήματα ημών των εκπαιδευτικών. Τέλος, αρνούμαστε το ίδιο το μέλλον. Που αναπόφευκτα και αργά ή γρήγορα θα έρθει μόνο του να μας χτυπήσει την πόρτα. Και εμείς πανικόβλητοι θα τρέξουμε να το κυνηγήσουμε. Για άλλη μια φορά. Τελευταίοι, ουραγοί και καταϊδρωμένοι ακόλουθοι της προόδου.
Για να γίνουν αυτά σαφέστερα, αναφέρω τα ακόλουθα. Αρνούμενοι την τηλεκπαίδευση ουσιαστικά τι επιτυγχάνουμε; Επιτυγχάνουμε να μη διεκδικήσουμε ή να μην απαιτήσουμε την δωρεάν παροχή σύγχρονου εξοπλισμού σε κάθε εκπαιδευτικό που υπηρετεί το δημόσιο σχολείο. Επιτυγχάνουμε να μη διεκδικήσουμε ή να μην απαιτήσουμε την αναβάθμιση των σχολικών υποδομών της χώρας και των τηλεπικοινωνιακών δικτύων γενικότερα. Επιτυγχάνουμε να μη διεκδικήσουμε ή να μην απαιτήσουμε μια καλύτερη επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σε όλες τις σύγχρονες μεθόδους και μορφές διδασκαλίας. Επιτυγχάνουμε να μη διεκδικήσουμε ή να μην απαιτήσουμε τη δωρεάν παροχή τεχνικού εξοπλισμού, κατάλληλου για τηλεκπαίδευση, σε όλους τους μαθητές και τις μαθήτριες της χώρας. Επιτυγχάνουμε να μη διεκδικήσουμε ή να μην απαιτήσουμε την ψηφιοποίηση της διδακτέας ύλης όλων των θεωρητικών μαθημάτων, ώστε αυτή να γίνει περισσότερο συμβατή με τις αφομοιωτικές δυνατότητες της νέας γενιάς. Επιτυγχάνουμε να μη διεκδικήσουμε ή να μην απαιτήσουμε την πρόσληψη περισσότερου μόνιμου εκπαιδευτικού προσωπικού, καθότι η συνδιδασκαλία σε φυσική και διαδικτυακή τάξη πρακτικά προϋποθέτει παρουσία δύο εκπαιδευτικών και όχι ενός. Επιτυγχάνουμε να μη διεκδικήσουμε ή να μην απαιτήσουμε την επίλυση του σημαντικότερου προβλήματος της ελληνικής Εκπαίδευσης. Του προβλήματος των ανισοτήτων. Που μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο όταν, ως εκπαιδευτικοί, διεκδικήσουμε και απαιτήσουμε να γίνει πραγματικότητα το δικαίωμα όλων των παιδιών της χώρας για Εκπαίδευση. Και κυρίως των παιδιών που έχουν την «ατυχία» να μεγαλώνουν σε παραμεθόριες ή ακριτικές περιοχές, σε αποκλεισμένα νησιά, σε ορεινά χωριά, σε επαρχιακούς τόπους μακριά από τα αστικά κέντρα. Με αποτέλεσμα να μη διαθέτουν τις ίδιες εκπαιδευτικές ευκαιρίες με τους συμμαθητές τους από τις μεγάλες ελληνικές πόλεις. Ορισμένες φορές να μην έχουν καν εκπαιδευτικές ευκαιρίες, όταν οι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί φτάνουν στο κοντινότερο σχολείο με μεγάλη καθυστέρηση. Κατά τον Νοέμβριο ή τον Δεκέμβριο…
Όταν λοιπόν αρνούμαστε την τηλεκπαίδευση, ουσιαστικά αρνούμαστε το δικαίωμα να έχουμε μια Εκπαίδευση καλύτερη, μια Εκπαίδευση περισσότερο σύγχρονη και μια Εκπαίδευση περισσότερο παραγωγική για τις ανάγκες της χώρας και των νέων ανθρώπων. Μια Εκπαίδευση για την οποία θα είμαστε περισσότερο υπερήφανοι. Την επόμενη φορά λοιπόν που θα διαβάζουμε για τα σύγχρονα εκπαιδευτικά συστήματα άλλων χωρών όπως η Φινλανδία, η Δανία, η Νορβηγία ή η Σουηδία, καλό είναι να θυμόμαστε ότι το εκπαιδευτικό μας σύστημα θα παραμένει καθηλωμένο στη στασιμότητα εξαιτίας μιας κομματοκρατούμενης πελατειακής γραφειοκρατίας του υπουργείου Παιδείας και εξαιτίας ενός αντιπαραγωγικού συνδικαλισμού που θέτει το εφήμερο συντεχνιακό συμφέρον πάνω από το συμφέρον της Εκπαίδευσης και της νέας γενιάς. Καλό είναι να θυμόμαστε ότι την κατάλληλη στιγμή που δόθηκε η ευκαιρία δεν επιτελέσαμε το χρέος μας. Να στεκόμαστε δηλαδή ως εκπαιδευτικοί μπροστάρηδες της προόδου και της εξέλιξης και όχι ουραγοί και ακόλουθοι των εξελίξεων στην κοινωνία, στη ζωή και στην Εκπαίδευση.