Του Νίκου Τσούλια
Όταν δημιουργούνται πολωτικές και έντονα συγκρουσιακές καταστάσεις στην εκπαίδευση, όταν υπάρχουν δύο μόνο στρατόπεδα που υπερασπίζονται δογματικά τη δική τους αλήθεια και τη θεωρούν ως τη μοναδική αλήθεια, είναι δύσκολο να θέσεις κάποιον άλλο προβληματισμό – όχι κατά ανάγκη ενδιάμεσο ή συμβιβαστικό -, γιατί απορρίπτεσαι εξ ορισμού και από τις δύο πλευρές. Φυσικά αν είσαι στο ένα από τα δύο στρατόπεδα, έχεις τη δική του υποστήριξη, κινείσαι με την ασφάλεια της ομάδας και νιώθεις μια κάποια …δικαίωση. Αλλά πάντα η πραγματικότητα είναι πολύ πιο σύνθετη, για να ερμηνευτεί μέσα από μανιχαϊκά ή δογματικά ή πολωτικά σχήματα.
Προφανώς δεν θεωρώ ότι η όποια ενδιάμεση λύση σε μια μετωπική αντιπαράθεση είναι εκ προοιμίου σωστή, αλλά και από την άλλη πλευρά δεν θεωρώ ότι πρέπει να απορρίπτεται a priori χωρίς να γίνονται δεκτά εξ ορισμού η προβληματική και η επιχειρηματολογία που καταθέτει και να μην εξετάζεται κριτικά επί της ουσίας της. Στο μείζον θέμα λοιπόν της διδασκαλίας των Θρησκευτικών στην εκπαίδευση φρονώ ότι και οι δύο πλευρές κάνουν λάθος και ότι υπάρχει συμβιβαστική και συνθετική λύση, και θα προσπαθήσω να αναπτύξω μια σχετική επιχειρηματολογία.
Πού κάνει λάθος η συγκυβέρνηση ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – ΑΝ.ΕΛ. και πιο ειδικά το Υπουργείο Παιδείας. Στο ισχύον Σύνταγμά μας αναφέρεται, ανάμεσα στα άλλα, στο 16ο άρθρο (Παιδεία, Τέχνη, Επιστήμη) ότι «η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Kράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Eλλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες». Προφανώς η ανάπτυξη θρησκευτικής συνείδησης δεν ταυτίζεται με την μονομερή διδασκαλία του κυρίαρχου θρησκευτικού δόγματος, αλλά δεν μπορεί και να την αποσιωπά ή να δέχεται το κρατούν θρησκευτικό δόγμα σαν μια οποιαδήποτε από τις τόσες και τόσες θρησκευτικές εκδοχές που υπάρχουν, που μπορούν να αφορούν ακόμα και το εύρος μιας κλειστής ομάδας. Επομένως η θρησκειολογική προσέγγιση του όλου ζητήματος μπορεί να συνυπάρξει με την έμφαση στο κρατούν δόγμα των Ελλήνων. Αν λοιπόν το Υπουργείο Παιδείας θέλει να προχωρήσει σε μια καινοτομία στο θέμα αυτό, θα πρέπει να αναθεωρήσει πρώτα το Σύνταγμα που αναφέρεται στην καλλιέργεια της θρησκευτικής συνείδησης και να κάνει σαφές τι ερμηνεύει η πολιτική ηγεσία ως ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης.
Σαφώς και πρέπει να προχωρήσουμε σε πλήρη εκκοσμίκευση του κράτους. Αλλά αυτό δεν παραπέμπει στην αποδοχή της «σούπας» της παγκοσμιοποίησης και στην υιοθέτηση των «θεωριών της αποδόμησης» με την ισοπεδωτική αμφισβήτηση των συλλογικών ταυτοτήτων και της εθνικής συνείδησης. Γιατί με τη λατρεία για την εργαλειοθήκη του Ο.Ο.Σ.Α. που έχει το Υπουργείο Παιδείας λειτουργεί ιδεοληπτικά και δογματικά. Υπάρχει ο ιστορικός ρόλος της Ορθοδοξίας και δεν μπορεί να αφαιρεθεί το περιεχόμενό της από τη λειτουργία της εκπαίδευσης με μια συγκυριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία χωρίς ουσιαστικό και εκτεταμένο πολιτικό διάλογο, χωρίς κοινωνική συναίνεση και χωρίς ένα συγκεκριμένο σχέδιο. Άλλως, θα θεωρηθεί η έννοια της Ορθοδοξίας το ιστορικό κομμάτι μας που αφορά το Βυζάντιο, την Τουρκοκρατία, την Επανάσταση του 1821 και τη δημιουργία και πορεία του σύγχρονου ελληνικού κράτους μέχρι την εθνοσωτήρια εποχή της διακυβέρνησης του ΣΥ.ΡΙΖ.Α.;
Η διοίκηση της Εκκλησίας κάνει τα δικά της μεγάλα λάθη. Δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να αμφισβητεί το δικαίωμα της κυβέρνησης και του Υπουργείου Παιδείας να έχουν τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο για τη λειτουργία της εκπαίδευσης. Μια αντίθετη αντίληψη συνιστά αντιδημοκρατική και αντισυνταγματική ενέργεια και συγκρούεται ευθέως με το χαρακτήρα μιας σύγχρονης ευρωπαϊκής Πολιτείας. Η Εκκλησία δεν υπέρκειται της Πολιτείας˙ προφανώς ισχύει το αντίθετο. Επί της ουσίας, το μάθημα των Θρησκευτικών δεν μπορεί να εξαντλείται σε έναν κατηχητικό ρόλο και να αμφισβητεί ακόμα και τις πιο βασικές αρχές του ορθολογισμού και το αξιακό πεδίο του διαφωτισμού και του ουμανισμού. Επομένως, πρέπει να γίνει σύνθεση της διδασκαλίας των Θρησκευτικών της παραδοσιακής μορφής της και μιας νέας αντίληψης θρησκειολογικού χαρακτήρα.
Εκείνο που δεν μπορεί κάποιος να κατανοήσει είναι τι ακριβώς θέλει το Υπουργείο. Αναπτύσσει την πολιτική του στο θέμα των Θρησκευτικών με την ίδια λογική που έχει κάνει εδώ και ενάμιση χρόνο με την Πρωινή προσευχή και τις Σχολικές παρελάσεις, που απλώς είναι κίνηση αντιπερισπασμού από τη μνημονιακή πολιτική της κυβέρνησης; Θέλει να πάρει πράγματι αποφάσεις ή απλώς προσπαθεί να συντηρήσει μια φθαρμένη εικόνα του ήδη απολεσθέντος προσώπου της αριστεράς; Κατά τη γνώμη μου, ούτε ο ίδιος ο Υπουργός ξέρει. Απλώς κερδίζει χρόνο για την κυβέρνησή του που βουλιάζει την οικονομία και την κοινωνία σε πιο βαθιά κρίση, στρέφοντας τη δημοσιότητα σε ένα ζήτημα που δεν θυμίζει τα οικονομικά βάσανα των πολιτών και τα αδιέξοδα του αριστερού Μνημονίου. Άλλωστε, στην τελευταία πολύωρη διαπραγμάτευση κορυφής Πολιτείας και Εκκλησίας εύκολα μπορούν να εξαχθούν κάποια συμπεράσματα. Δεν προχώρησε το όλο ζήτημα καθόλου. Η κάθε πλευρά τόνισε στις δημόσιες δηλώσεις της εκείνη την όψη που τη συνέφερε. Η Πολιτεία ισχυρίστηκε ότι τα Προγράμματα Σπουδών θα προχωρήσουν κανονικά και η Εκκλησία ότι τα Βιβλία δεν θα αλλάξουν. Τελικά, τι; Το απόλυτο τίποτα. Το Υπουργείο Παιδείας θα ισχυρίζεται εφεξής ότι προχωράει στην αλλαγή των προγραμμάτων (αυτό δεν σημαίνει και κάτι, αν δεν καταλήγει στα βιβλία) αλλά μέχρι τη σχετική αλλαγή των βιβλίων βλέπουμε – δηλαδή δεν θα δούμε.
Και έτσι κάπως θα τελειώσει η ιστορία. Θα περνάει ο χρόνος με τις ίδιες και ίδιες σχετικές αψιμαχίες και τα στρατόπεδα θα είναι ερμητικά κλεισμένα στο δογματισμό. Μπορεί ο κ. Φίλης να φύγει; Θα ήταν ομολογία ήττας. Άλλωστε υπάρχει και το φοβερό «άριστα» που πήρε από τον κ. Τσίπρα με τα σχολεία να έχουν κενά εκπαιδευτικών και την Τεχνική και Επαγγελματική εκπαίδευση σε θεσμική υποβάθμιση και σε υπολειτουργία. Πάντως η άποψή μου είναι ότι τα πράγματα θα μείνουν ως έχουν ή το πολύ – πολύ να γίνουν κάποιες οριακές αλλαγές, μήπως και σωθούν τα προσχήματα. Σε κάθε απόπειρα σύγκρουσης που έκανε ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – με την τρόικα και τους δανειστές, με το χαρακτηρισμό του «επονείδιστου χρέους» και τα συνακόλουθά του, με τις αγορές και τα capital control μέχρι τους καναλάρχες και την Προσευχή στα σχολεία – έφυγε ηττημένος! Και από ό,τι διαφαίνεται από την κοινωνική του αντιστοίχηση είναι πλέον χαρακτηρισμένος ως loser! Απλώς η ηγετική ομάδα του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. κάνει ότι δεν βλέπει την πραγματικότητα…
anthologio.wordpress.com