[Οδηγία χρήσης: Όποιος φίλος ή όποια φίλη κουράζεται εύκολα με την ανάγνωση μπορεί να επιλέξει την… ακρόαση του άρθρου στον διαδικτυακό σύνδεσμο https://clyp.it/yofz1x25 (διάρκεια: 06:43)]
Με την ανακοίνωση των βαθμολογιών ολοκληρώθηκε ένας ακόμα κύκλος των Πανελληνίων Εξετάσεων. Σ’ εκκρεμότητα παραμένουν η ψηφιακή κατάθεση των μηχανογραφικών δελτίων και η δημοσιοποίηση των βάσεων εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
Δυστυχώς, γι’ άλλη μια φορά φέτος, ο θεσμός των Πανελληνίων βρέθηκε στο επίκεντρο απαξιωτικών σχολιασμών. Όσοι επιθυμούν ν’ ασκήσουν κριτική, συνήθως επιλέγουν την περίοδο των εξετάσεων χωρίς να υπολογίζουν ότι έτσι επιβαρύνουν την ψυχολογία των υποψηφίων. Ειδικά φέτος η εξεταστική περίοδος συνέπεσε, ατυχώς, με τη δημοσιοποίηση προσωπικών απόψεων ή ανολοκλήρωτων ιδεών από παράγοντες του λεγόμενου «Εθνικού διαλόγου για την Παιδεία» για την αντικατάσταση του θεσμού από ένα νέο σύστημα επιλογής. Δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία φορά που οι Πανελλήνιες Εξετάσεις γίνονται αντικείμενο πολιτικής εκμετάλλευσης. Οι όροι με τους οποίους πραγματοποιείται η πρόσβαση στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση αποτελούν διαχρονικά ένα ζήτημα μεγάλης σημασίας για την ελληνική κοινωνία και οι πολιτικές ηγεσίες δεν χάνουν ποτέ την ευκαιρία να το εκμεταλλευτούν για ψηφοθηρικούς σκοπούς.
Όσο κλιμακώνεται η ένταση της κοινωνικής και οικονομικής κρίσης στη χώρα, είναι λογικό να κερδίζουν έδαφος οι φωνές που αμφισβητούν, όχι πάντα άδικα, την αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Στο επίκεντρο βέβαια αυτής της κριτικής συνήθως βρίσκεται η πρόσβαση στα τμήματα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, μια διαδικασία που αποτελεί μόνο την «κορυφή του παγόβουνου», αφού απασχολεί τους νέους, κατά κανόνα, για μια σχολική περίοδο και σίγουρα δεν ευθύνεται για τις μορφωτικές ελλείψεις της 12ετούς εκπαιδευτικής πορείας ενός παιδιού από την Α Δημοτικού μέχρι και τη Γ Λυκείου. Αντιθέτως, δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι οι Πανελλήνιες αποκαλύπτουν αυτές τις ελλείψεις, τις αναδεικνύουν μ’ έμφαση και, όπως συμβαίνει σ’ όλους τους διαγωνισμούς, τις… «τιμωρούν», αποδίδοντας κάποιου είδους «δικαιοσύνη» προς όφελος των υποψηφίων που επιτέλεσαν τα μαθητικά τους καθήκοντα με συνέπεια όχι μόνο τη χρονιά της Γ Λυκείου αλλά καθ’ όλη τη διάρκεια της μαθητικής τους διαδρομής.
Όσο η κοινωνία μας βυθίζεται στον κυκεώνα των προβλημάτων, είναι φυσικό να εμφανίζονται κοινωνικά στρώματα και, κατ’ επέκταση, πολιτικοί που υπερασπίζονται το αίτημα να επιλέγεται το φοιτητικό δυναμικό με «κριτήρια» διαφορετικά απ’ τις επιδόσεις και την προσωπική προσπάθεια των υποψηφίων. Η σημερινή συγκυρία φαίνεται να ευνοεί ακόμα περισσότερο αυτό το αίτημα, καθώς η σημερινή ηγεσία προωθεί, με συστηματική επιμέλεια, τη λογική της ήσσονος προσπάθειας, την απαξίωση της αριστείας και τη χαλάρωση, αν όχι κατάργηση, κάθε μορφής αξιολόγησης στην εκπαίδευση, πάντα με πρόσχημα τη βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος, χωρίς όμως να παρέχει καμία εγγύηση για τη διασφάλιση της αξιοκρατίας και της διαφάνειας. Αυτές οι πρωτοβουλίες είναι φυσικό να βρίσκουν «ευήκοα ώτα» σε κοινωνικές ομάδες που θεωρούν μάταιο το ψυχολογικό και οικονομικό κόστος μιας εκπαίδευσης που δεν διασφαλίζει αναγκαία την επαγγελματική και οικονομική αποκατάσταση του νέου μέσα στις συνθήκες οικονομικής ύφεσης που βιώνει η χώρα.
Κανείς δεν δικαιούται να ισχυριστεί ότι οι Πανελλήνιες Εξετάσεις αποτελούν τον ιδανικότερο τρόπο επιλογής των φοιτητών που θα σπουδάσουν στα δημόσια πανεπιστήμια. Αποτελούν όμως τον περισσότερο δίκαιο, τον περισσότερο αξιοκρατικό και, αναμφισβήτητα, τον μόνο αδιάβλητο σε μια διαδικασία επιλογής που είναι αναγκαία λόγω της μεγάλης εκτίμησης που τρέφει – και καλά κάνει – η ελληνική κοινωνία για τα επιστημονικά επαγγέλματα. Αποτελούν σίγουρα και μια διαδικασία που προκαλεί άγχος και κόπωση, ιδιαίτερα αν συγκριθεί με τα ανέμελα μαθητικά βιώματα των υποψηφίων στα χρόνια από το Δημοτικό μέχρι και τη Β Λυκείου.
Σε καμία όμως περίπτωση αυτή η διαδικασία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί «εξοντωτική», όπως επιχειρείται έντεχνα να καλλιεργηθεί σαν αντίληψη! Σ’ αντίθεση με το παρελθόν ο σημερινός υποψήφιος δεν είναι υποχρεωμένος να θυσιάσει ούτε την κοινωνική του ζωή ούτε τα ενδιαφέροντά του ούτε την ψυχαγωγία του. Με μια στοιχειώδη οργάνωση, συνέπεια και προσπάθεια ο υποψήφιος σήμερα μπορεί να εισαχθεί στο επιθυμητό τμήμα και να επιβεβαιώσει αυτό που συνήθως λέμε χαριτολογώντας, ότι δηλαδή κανείς δεν ζημιώθηκε ποτέ από το διάβασμα και ότι, αν τελικά οι εξετάσεις «εξοντώνουν» κάτι, αυτό είναι η αντίληψη ότι μπορεί κάποιος να προχωρήσει στο επόμενο επίπεδο χωρίς να διαθέτει ούτε τα βασικά εφόδια…
Αρκετά συχνά εμείς οι εκπαιδευτικοί γινόμαστε αποδέκτες παραπόνων για τις υποτιθέμενες «αδικίες» του συστήματος εις βάρος της νεολαίας. Η αλήθεια είναι ότι κανένα εξεταστικό σύστημα, που βασίζεται στον ανταγωνισμό και τον ανθρώπινο παράγοντα, δεν είναι δυνατό ν’ αποδίδει απόλυτη δικαιοσύνη. Όμως, όταν γίνεται συζήτηση για το αν αδικείται ή όχι ο υποψήφιος που καταθέτει τις απαντήσεις του με το όνομά του καλυμμένο, αναρωτιέμαι πόσο μεγαλύτερη δυσπιστία και καχυποψία θα υπάρχει, εύλογα, στην κοινή γνώμη, όταν τα ονόματα των υποψηφίων είναι γνωστά εκ των προτέρων στους αξιολογητές. Σε μία κοινωνία που έχει κάνει την αναξιοκρατία… κουλτούρα καθημερινής ζωής είναι δυνατό να διασφαλιστούν έτσι οι ίσες ευκαιρίες για όλους; Συζητώντας πρόσφατα μ’ έναν αρκετά παλιό μαθητή μου, ο οποίος σήμερα δραστηριοποιείται επαγγελματικά στις νέες τεχνολογίες, μού έλεγε χαρακτηριστικά πως, όταν κάποιος βιώσει την αναξιοκρατία, την ανισότητα και την αδικία της πραγματικής ζωής, εύχεται κάθε δοκιμασία να ήταν σαν… τις Πανελλήνιες Εξετάσεις, δηλαδή να κάθεται στο γραφείο του, να μελετά, να προετοιμάζεται, να πηγαίνει στο εξεταστικό κέντρο, να γράφει όσα γνωρίζει και μετά να… λύνονται όλα τα προβλήματα…
Όσοι υποψήφιοι είχαν τη δυνατότητα ν’ αντιμετωπίσουν μ’ επιτυχία αυτή τη δοκιμασία, την πρώτη και σίγουρα όχι τελευταία της ζωής τους, δεν αξίζουν μόνο τα συγχαρητήριά μας για την καλή τους προσπάθεια. Αξίζουν πρωτίστως τον σεβασμό μας, αφού αποτελούν την αφρόκρεμα της επιστημονικής διανόησης και αριστείας πάνω στην οποία θα δρομολογηθεί μελλοντικά, αν το επιτρέψουν βέβαια οι πολιτικές ηγεσίες, η έξοδος της χώρας απ’ την κρίση! Από την άλλη, όσα παιδιά δεν έφθασαν στα επιθυμητά αποτελέσματα αξίζουν τη συμπαράσταση και την έμπρακτη υποστήριξή μας και κυρίως αξίζουν να πιστέψουν περισσότερο στον εαυτό τους, ώστε να βρίσκονται σε μεγαλύτερη ετοιμότητα την επόμενη φορά που θα τεθούν αντιμέτωποι με μια νέα πρόκληση ζωής, για να κάνουν πράξη αυτό που είπε κάποτε ο Κόμπε Μπράιαντ, ότι δηλαδή μέσα στην προσπάθεια δεν υπάρχει καμία δόξα, όμως και χωρίς προσπάθεια δεν υπάρχει καμία δόξα…
Πηγή: εφημερίδα Κρητική Επιθεώρηση (Ρέθυμνο)