Του Νίκου Τσούλια
Η εκπαίδευση δεν λειτουργεί εν κενώ, δεν αναπτύσσεται έξω από τις κοινωνικές διεργασίες και τις πολιτικές εξελίξεις· αντίθετα συνιστά βασικό πεδίο ιδεολογικής διαπάλης, όπου το αξιακό στερέωμα αποκτά πολλαπλές όψεις, φανερές και άδηλες, όπου η επιστημονική και η παιδαγωγική έρευνα είναι σε διαρκή αναζήτηση σε έναν θεσμό όπου πλεονάζουν οι αβεβαιότητες και όπου απαιτούνται διαρκείς πρωτοβουλίες και αναζητήσεις. Υπάρχει μια αντιπαραθετική πολιτικο-ιδεολογική διαμάχη για το ρόλο της εκπαίδευσης. Πρόκειται για την κλασική δυιστική διαμάχη που είναι απόρροια της μετωπικής πολιτικής θεώρησης και δράσης.
Ας τη δούμε μέσα από τη θεώρηση του Γ. Γρόλλιου (Κοινωνική Δικαιοσύνη και Δημόσια Παιδαγωγική), στην οποία σημειώνεται ότι «οι φιλελεύθεροι ιστορικοί και θεωρητικοί της εκπαίδευσης θεωρούσαν τα σχολεία ως μέσα με τα οποία οι λιγότερο προνομιούχοι και περιθωριοποιημένοι μπορούσαν να ανέβουν τα σκαλιά της κοινωνικής κλίμακας, οι ριζοσπάστες τα θεωρούσαν ως θεσμούς αναπαραγωγής της κυρίαρχης ιδεολογίας και της εργατικής δύναμης». Αλλά η κοινωνική πραγματικότητα και οι σύγχρονες θεωρήσεις δεν εγκιβωτίζονται σ’ αυτή τη μανιχαϊστική προσέγγιση, ακριβώς γιατί τα κοινωνικά ζητήματα και ιδιαίτερα η εκπαίδευση είναι ένα αρκετά πολυσύνθετοι θεσμοί που δεν «υπακούουν» σε τόσο απλουστευμένες ερμηνείες. Η εκπαίδευση είναι θεσμός αναπαραγωγής της κυρίαρχης τάξης πραγμάτων, της επικρατούσας κουλτούρας και του εκάστοτε καθεστωτικού κοινωνικού status, αλλά ταυτόχρονα είναι και τόπος αμφισβήτησης του υπάρχοντος πολιτικού παραδείγματος, ακριβώς γιατί έχει ως βασικό της στόχο την προαγωγή μιας δημοκρατικής και δίκαιης κοινωνίας και ενός ουμανιστικού και ορθολογικού πολιτισμικού παραδείγματος, γιατί έχει ως βασικό συστατικό στοιχείο της την αμφισβήτηση και τη διαρκή αναζήτηση.
Η εκπαίδευση είναι βασικό μέρος του οικονομικού και κοινωνικού εποικοδομήματος, είναι ο κατεξοχήν θεσμός δημιουργίας και αναπαραγωγής του πολιτισμού κάθε χώρας και κάθε εποχής, είναι ο πιο συγκροτημένος χώρος κοινωνικοποίησης και προαγωγής στάσεων και συμπεριφορών του ανθρώπου. Η στοχοθεσία της εκπαίδευσης συνδέεται με τη μορφή της κοινωνίας και με το σχήμα του πολίτη που θέλουμε, αναφέρεται στο όλον της ιστορίας.
Ως εκ τούτου, οποιαδήποτε εκπαιδευτική θεωρία και πράξη έχει πολιτικό και πολιτιστικό χαρακτήρα, αφού η παιδεία έχει πολλαπλούς πυρήνες παρέμβασης στη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου. Και όλα αυτά ανεξάρτητα από μια ψευδαίσθηση της σημερινής συγκυρίας, που ισχυρίζεται ότι έχει απομειωθεί ο ρόλος του σχολείου λόγω της ανάπτυξης πολλαπλών εξω-εκπαιδευτικών πηγών γνώσης, ακριβώς γιατί όλες αυτές οι πηγές είναι μάλλον πληροφοριακού αναλώσιμου και έωλου περιεχομένου και ρηχής παρέμβασης στο καθοριστικό πεδίο της κοινωνικής συνειδητοποίησης των νέων.
Η θεσμική εκπαίδευση έχει μεγάλο παρελθόν στην ιστορία του ανθρώπου υφαίνοντας διαρκώς το νήμα του ορθολογισμού και του διαφωτισμού. Διαμορφώνει σήμερα σε μεγάλο βαθμό την προοπτική της νέας γενιάς και προσδιορίζει μέσω της μορφωτικής αποσκευής της τη συμμετοχή των πολιτών στο κοινωνικό και πολιτιστικό γίγνεσθαι. Έχει καθοριστικό ρόλο στην ανάδυση των κοινωνιών της γνώσης στο μέλλον από τη σημερινή οικονομία της πληροφορίας. Η θεσμική εκπαίδευση απειλείται από την εμπορευματοποίηση και την επικράτηση των νόμων της αγοράς. Ως εκ τούτου, οι προοδευτικές δυνάμεις οφείλουν να συνειδητοποιήσουν την τόσο ορθή παρατήρηση – απορία του Dewey: «δε βλέπω, πώς μπορεί να αρνηθεί ένας οποιοσδήποτε τίμιος μεταρρυθμιστής παιδαγωγός στις δυτικές χώρες, το γεγονός, πως το ανταγωνιστικό πνεύμα και η επιθυμία για ιδιωτικό κέρδος στην οικονομική μας ζωή αποτελεί το μεγαλύτερο εμπόδιο στην επιδίωξή του να συνδέσει το σχολείο με την κοινωνική ζωή»[i]. Γι’ αυτό, το εκπαιδευτικό κίνημα οφείλει να δώσει τον αγώνα του εναντίον αυτής της εξέλιξης διαμορφώνοντας το δικό του εκπαιδευτικό – μορφωτικό παράδειγμα, ένα παράδειγμα που θα ολοκληρώνεται με μια άποψη παιδείας για τη σύγχρονη κοινωνία.
Βασικοί του άξονες είναι τα σημεία της μεγάλης διαχρονικής αφήγησής του, της κοινωνίας που οραματίζεται.
1. Η δημοκρατική μεταρρύθμιση της εκπαίδευσης συναρτάται με την ανάδειξη μιας προοδευτικής πολιτικής πρότασης και δεν μπορεί να γίνει αυτόνομα. Η κοινωνική αλλαγή είναι προϋπόθεση για μια προοδευτική αλλαγή στην εκπαίδευση και αντιστρόφως.
2. Η εκπαίδευση του σύγχρονου πολίτη είναι θεμελιακό κοινωνικό αγαθό, σχετίζεται με την ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας των νέων, με την κοινωνική τους εξέλιξη και με την επαγγελματική τους εργασία. Είναι μια κατεξοχήν κοινωνική και πολιτική λειτουργία, γιατί κάθε παιδαγωγική θεωρία είναι και μια πολιτική θεώρηση του κόσμου.
3. Το πρόταγμα «διαρκής αγώνας για Δημόσια και Δωρεάν παιδεία», με στόχο να αμβλυνθούν οι τόσες αδικίες που διατρέχουν την μαθητική κοινότητα ως αποτέλεσμα της μεταβίβασης του «πολιτισμικού κεφαλαίου» (Μπουρντιέ), ιδιαίτερα σήμερα που οι ανισότητες περιθωριοποιούν ευρέα κοινωνικά στρώματα, είναι πιο επίκαιρο παρά ποτέ.
4. Βασικός σκοπός της δημοκρατικής εκπαίδευσης είναι ο μετασχηματισμός της σημερινής «οικονομίας της πληροφορίας» σε «κοινωνία της γνώσης και της μάθησης» με παράλληλες κοινωνικές αλλαγές, γιατί «το σχολείο δεν αλλάζει αλλάζοντας μόνο το σχολείο».
5. Βασική στόχευσή μας είναι η διαρκής εκπαιδευτική μεταρρύθμιση με στόχο μια ποιοτική παιδεία που θα παρέχεται υποχρεωτικά σε όλους τους νέους για την προαγωγή μιας ανοιχτής κοινωνίας και για την ανάπτυξη κοινωνικού κράτους και κράτους δικαίου.
6. Η χρηματοδότηση της εκπαίδευσης έχει διττή σημασία, αφενός την διαμόρφωση ενός οικονομικού πλαισίου, έτσι ώστε όλοι οι νέοι και οι νέες να τείνουν να αποκτούν «ίσες ευκαιρίες» στο σχολείο και αφετέρου την ανάδειξη του επενδυτικού της χαρακτήρα, έτσι ώστε η σημερινή κοινωνία να μετασχηματίζεται σε κοινωνία της γνώσης.
Υπάρχει ένα βασικό ερώτημα: Εθνική παιδεία ή ταξική παιδεία; Δεν γνωρίζω πόσο εύκολο είναι να απαντηθεί το ερώτημα με μονοσήμαντο τρόπο. Μπορώ να ισχυριστώ όμως ότι στη χώρα μας δεν διαμορφώθηκε κατά τη διάρκεια της μεταπολίτευσης ούτε εθνική ούτε ταξική παιδεία με τους παραδοσιακούς προσδιορισμούς. Συχνά δεν ήταν ούτε καν κομματική η διαμόρφωση της παιδείας μας, με την έννοια ότι πλεόναζε και ο προσωποπαγής χαρακτήρας των υπουργών και των στελεχών που συγκροτούσαν και υλοποιούσαν μια συγκεκριμένη πολιτική.
Αλλά αυτή η διαμάχη, για να επανέλθουμε στο αρχικό ερώτημα, είναι παλιά και δεν έχει απαντηθεί μονοσήμαντα ούτε από την ιστορία της εκπαίδευσης. Παραθέτω μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση του Α. Γκότοβου (Εκπαίδευση και κόμμα: από τη μάχη της ιδεολογίας στη μάχη της διανομής). «Εθνική παιδεία, ταξική παιδεία, παραταξιακή παιδεία. Η συζήτηση γύρω από τη δυνατότητα μιας υπερκομματικής – θα μπορούσαμε επίσης να πούμε γενικής ή εθνικής – πολιτικής για την εκπαίδευση είναι παλιά. Στην Ελλάδα τη γνωρίζουμε κυρίως μέσα από τις διεργασίες και εν τέλει τη διάσπαση ενός εκπαιδευτικού σωματείου με σημαντική δραστηριότητα στον τομέα της Παιδαγωγικής και στο χώρο της εκπαίδευσης, του Εκπαιδευτικού Ομίλου. Τη θέση για τη δυνατότητα – και την αναγκαιότητα – μια εθνικής γραμμής για την παιδεία υποστήριζε κυρίως ο Α. Δελμούζος και οι ομοϊδεάτες του, ενώ την αντίθετη ακριβώς άποψη – τη θέση ότι η παιδεία είναι εξ ορισμού ταξική υπόθεση και ότι ως εκ τούτου αποτελεί κατ’ ανάγκην πεδίο σύγκρουσης ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις – πρέσβευε ο Δ. Γληνός και οι οπαδοί του. Μεταγενέστερα έργα που θεματοποιούν εκείνη την περίοδο παρουσιάζουν κατά κανόνα τον Δελμούζο ως περιορισμένης κοινωνιολογικής εμβέλειας στοχαστή και ως τραγική παιδαγωγική φυσιογνωμία, καθώς δεν μπόρεσε – πάντοτε σύμφωνα με τη συγκεκριμένη ανάλυση – να συλλάβει και να κατανοήσει την κοινωνική δυναμική των εκπαιδευτικών και των κοινωνικών συγκρούσεων. Αντίθετα, ο Γληνός παρουσιάζεται ως ο πολιτικοποιημένος παιδαγωγός που ξεπέρασε τελικά τις «αστικές» ψευδαισθήσεις για το σχολείο, που είχε συνειδητοποιήσει πλήρως την κοινωνική δυναμική των εκπαιδευτικών ζητημάτων και κυρίως που είχε διαπιστώσει ότι η επιδίωξη μιας εθνικής συναίνεσης ή συνεννόησης γύρω από τα εκπαιδευτικά πράγματα είναι εξ ορισμού μάταιη. Οι δεκαετίες που πέρασαν από τότε έδειξαν κατά παράδοξο τρόπο ότι και οι δύο αυτές μορφές της νεότερης ελληνικής εκπαιδευτικής ιστορίας επιβεβαιώνονται, τουλάχιστον εν μέρει».
Η εκπαίδευση ή θα παίρνει το χαρακτήρα παιδείας και μόρφωσης, αγωγής και πολιτισμού ή θα μεταπίπτει σε εργαλειακό θεσμό που θα τροφοδοτεί την υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων. Η εκπαίδευση έχει την ψυχή της στην αρτίωση του πολίτη, στη χειραφέτηση του ανθρώπου, στη διαμόρφωση μιας στάσης ζωής. Μόνο έτσι διαπαιδαγωγεί στα μεγάλα προτάγματα της ιστορίας μας, μόνο έτσι μπορεί να δημιουργεί το μέλλον μας.
[i] Rohrs, H. (1984), Το κίνημα της προοδευτικής εκπαίδευσης, Θεσσαλονίκη: Κυριακίδης, σ. 68